Σημείωση – επεξήγηση :
BND (Bundesnachrichtendienst) ονομάζεται η μυστική υπηρεσία της Δυτικής Γερμανίας. Ιδρύθηκε στις 1 Απριλίου του 1956 και οι εργαζομένοί της φτάνουν τους 6.050 σε όλο τον κόσμο. [Ιδρυτής της BND ήταν ο ναζιστής εγκληματίας πολέμου Ράινχαρντ Γκέλεν, ο οποίος συνεργάστηκε αρμονικά με τη CIA, η οποία τον θεώρησε πολύτιμο σύμμαχό της και φρόντισε να μην διωχθεί ποτέ ως εγκληματίας πολέμου] . Όταν ενώθηκε η Δυτική και η Ανατολική Γερμανία το 1990, η BND έγινε η μυστική υπηρεσία ολόκληρης της Γερμανίας.
STASI (Στάζι) ονομαζόταν η (ιδιαίτερα γνωστή σε όλο τον κόσμο) Μυστική Υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας (DDR). Έδρασε από το Φεβρουάριο του 1950 μέχρι τον Οκτώβριο του 1990. Είχε την έδρα της στο Ανατολικό Βερολίνο και κατάφερε να εξαπλωθεί αρκετά γρήγορα. Μόνο το έτος 1989 η Στάζι είχε 91.015 εργαζόμενους (!) Μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών και συγκεκριμένα το 1992, η γερμανική κυβέρνηση έδωσε εντολή να ανοιχτούν οι αναρίθμητοι φάκελοι της Στάζι και επέτρεψε στους πολίτες να δουν το περιεχόμενο των φακέλων αυτών. Το κτίριο της υπηρεσίας έγινε μουσείο.
Και τώρα αρχίζουμε να παραθέτουμε ονόματα.
Σωκράτης Κόκκαλης, η Στάζι και το κωδικό όνομα Krokus
Ο πρώην ιδιοκτήτης της ΠΑΕ Ολυμπιακός είναι ένας από τους πιο γνωστούς Έλληνες μεγαλοεπιχειρηματίες. Γεννήθηκε το 1939 και είναι γιος του γιατρού Πέτρου Κόκκαλη (που υπήρξε σημαντικό στέλεχος του ΚΚΕ). Την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου και συγκεκριμένα το 1949, ο Πέτρος Κόκκαλης αναχώρησε για το Βελιγράδι και το 1955 για την Ανατολική Γερμανία (DDR), όπου και εγκαταστάθηκε, συνεχίζοντας την πανεπιστημιακή του καριέρα. Στην Ανατολική Γερμανία τον ακολούθησε και ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο οποίος αποφοίτησε το 1962 από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου με πτυχίο Φυσικής και ειδίκευση στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Το 1963 ξεκίνησε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες.
Η μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας (Στάζι), στο φάκελο 953/63, αναφέρει τον Σωκράτη Κόκκαλη ως πράκτορά της. Σύμφωνα με τα αρχεία της Στάζι, ο Έλληνας μεγαλοεπιχειρηματίες είχε κατά καιρούς διάφορα κωδικά ονόματα. Το 1963 είχε το κωδικό όνομα Rocco. Αυτό όμως άλλαξε και έγινε Kaskadeur το 1968 και Krokus το 1985.
Ο άνθρωπος αυτός που κατάφερε να κάνει πολλές κερδοφόρες μπίζνες σε διάφορους τομείς, έχει μια διαδρομή, η οποία περιγράφεται στα έγγραφα της Γερμανικής Oμοσπονδιακής Bουλής, τα οποία έμειναν για χρόνια στα αζήτητα.
Στο σημείο αυτό, θα θέλαμε να πούμε ότι η δημοσιογράφος Aριστέα Mπουγάτσου είχε γράψει και δημοσιεύσει πολλά αποκαλυπτικά στοιχεία σχετικά με τον Κόκκαλη και τη Στάζι. Πολλά από τα δημοσιεύματα αυτά, τα χρησιμοποιήσαμε για να γράψουμε το κείμενο που διαβάζετε.
Σύμφωνα με αποσπάσματα από το πόρισμα της επιτροπής του γερμανικού Kοινοβουλίου που έψαξε την υπόθεση, ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής και μέλος της επιτροπής Φ. Γ. Mπόιχερ κατηγόρησε τον πρόεδρο B. Nόιμαν για παρακώλυση του έργου της επιτροπής. O Mπόιχερ δήλωσε ότι υπήρξε συνεννόηση υψηλού επιπέδου μεταξύ Bόννης και Aθηνών. Tο φθινόπωρο του 1992, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας και αρχηγός της ΝΔ Κωνσταντίνος Mητσοτάκης, στη διάρκεια συνομιλιών με τον Γερμανό καγκελάριο Xέλμουτ Kολ, ζήτησε να μη θιγούν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα του επιχειρηματία Σωκράτη Kόκκαλη. Σε αντάλλαγμα ο τότε πρωθυπουργός φέρεται να «προσέφερε» τον μεγαλοπράκτορα της ΣTAZI Xέλμουτ Bόιτ, ο οποίος πράγματι συνελήφθη στην Eλλάδα και παραδόθηκε εκείνη την περίοδο στη Γερμανία με express διαδικασίες.
Σημειώνεται ότι το 1992 οι σχέσεις Mητσοτάκη - Kόκκαλη ήταν αγαστές, σε τέτοιο βαθμό που χαρίστηκε στον μεγαλοεπιχειρηματία η επικερδής σύμβαση του «Ξυστό».
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι ο πράκτορας της (ανατολικογερμανικής) Στάζι Helmut Voight (Χέλμουτ Βότι) συνελήφθη από την ελληνική αστυνομία στις 6 Σεπτεμβρίου 1992. Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι συνέλαβε επίσης και τη σύζυγό του, Κάρλα. Ο Χέλμουτ Βόιτ, αν και το όνομά του ενεπλάκη και σε διάφορες τρομοκρατικές ενέργειες, κατάφερε χάρη στη συμφωνία μεταξύ ελληνικής και γερμανικής κυβέρνησης να επιστρέψει γρήγορα στη Γερμανία.
Επιστρέφουμε στον Σωκράτη Κόκκαλη, ο οποίος το 1977 ίδρυσε τη γνωστή εταιρεία INTRACOM (Ιντρακόμ), η οποία θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Μεταξύ των άλλων εταιρειών που ίδρυσε ο Κόκκαλης συγκαταλέγονται η INTRALOT (εταιρεία τυχερών παιχνιδιών), η INTRACOM HOLDINGS στην οποία ανήκουν οι INTRACOM Telecom, INTRACOM Defense Electronics, INTRACOM IT Services, hellas online και η Intrakat. Ο Όμιλος INTRACOM Holdings απασχολεί περισσότερους από 6.200 εργαζόμενους στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το 1965, ο Σωκράτης Κόκκαλης ήρθε στην Ελλάδα για να αρχίσει να προωθεί τα σχέδια της Ανατολικογερμανικής κυβέρνησης για την ίδρυση της εταιρείας Ιντρακόμ. Χρησιμοποιώντας το κύρος του ονόματος του πατέρα του και τις γνωριμίες του εκδότη Χρ. Παπαγεωργίου συναντήθηκε τότε με επιφανείς πολιτικούς παράγοντες της εποχής και προώθησε την ιδέα της ίδρυσης μιας εταιρείας εμπορικών ανταλλαγών Ελλάδας - Ανατολικής Γερμανίας. Μεταξύ των παραγόντων εκείνων ήταν ο τότε υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Στεφανόπουλος, ο υπουργός Μεταφορών Αλαμανής και ο υπουργός Εσωτερικών Τσιριμώκος (δηλαδή μερικοί από τους πρωτεργάτες της Αποστασίας του 1965 που γκρέμισαν την Ένωση Κέντρου από την εξουσία).
Μετά την ολοκλήρωση των επαφών εκείνων ο Σ. Κόκκαλης ενημέρωσε το Ανατολικό Βερολίνο για την πρόοδό του.
Πολλά χρόνια αργότερα οι τρεις αρχηγοί της «Οικουμενικής Κυβέρνησης» (Κ. Μητσοτάκης, Α. Παπανδρέου, Χ. Φλωράκης) έδωσαν εντολή στον ΟΤΕ να προχωρήσει στην υπογραφή της σκανδαλώδους σύμβασης με την Ιντρακόμ για την σκανδαλώδη προμήθεια των χιλιάδων ψηφιακών παροχών. Τη σύμβαση δηλαδή που άνοιξε το δρόμο για την άλωση του ΟΤΕ από τον Κόκκαλη και τη γερμανική SIEMENS (Ζήμενς).
Στις 25 Φεβρουαρίου 1967, λίγο πριν τη χούντα των συνταγματαρχών, ο Κόκκαλης μαζί με τον Άρη Βουδούρη –μετέπειτα εκδότη της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος»– δημιουργούν την εταιρεία Gimex που εκπροσωπεί διάφορες εταιρείες εμπορίου της Ανατολικής Γερμανίας στην Ελλάδα.
Ο Κόκκαλης παντρεύεται τη Σοφία Σκούρα, μέλος της γνωστής οικογένειας που δημιούργησε την κολοσσιαία 20th Century Fox (μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής ταινιών στο Χόλιγουντ).
Μετά από ρήξη με τον Άρη Βουδούρη, το καλοκαίρι του 1974 ο Σωκράτης Κόκκαλης, με συνεταίρο τον Κωνσταντίνο Δημητριάδη, δημιουργεί την εταιρεία Integra. Η εταιρεία εκπροσωπεί στην Ελλάδα την ανατολικογερμανική AHB Elektrochnik. Η AHB δραστηριοποιείται σε ηλεκτρονικά συστήματα και τεχνολογία υψηλής τάσης. Ο Κόκκαλης αρχίζει σταδιακά να παίρνει δουλειές από τη ΔΕΗ και τον ΟΤΕ.
Είναι αξιοπρόσεκτος ο τρόπος που κατάφερε να διεισδύσει στον ΟΤΕ. Ο Κόκκαλης είχε εντοπίσει πως ο διοικητής του ΟΤΕ Αλεξανδρόπουλος –ο οποίος, παρότι υπηρέτησε επί χούντας, θεωρείται από τους θεμελιωτές του Οργανισμού– ήταν ένας ιδιαίτερα θρησκόληπτος άνθρωπος που πήγαινε συχνά στην εκκλησία. Αποφάσισε, λοιπόν, να τον προσεγγίσει εμφανιζόμενος και ο ίδιος ως καλός χριστιανός και τακτικός επισκέπτης της εκκλησίας. Έτσι έγινε το πρώτο βήμα, χάρη στο οποίο άνοιξε ο δρόμος για τη συνέχεια. Ο Κόκκαλης έγινε μεγαλοπρομηθευτής του ΟΤΕ και παράλληλα γνωρίστηκε με τους ανθρώπους της γερμανικής Siemens.
Το 1977 το ελληνικό κράτος, επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, ψήφισε νόμο σύμφωνα με το οποίο εταιρείες που παίρνουν δουλειές του Δημοσίου πρέπει να έχουν τουλάχιστον 30% ελληνική συμμετοχή. Έτσι Κόκκαλης και Δημητριάδης, με τη σύμφωνη γνώμη και τη συμμετοχή του Roland Winckler της ανατολικογερμανικής ΑΗΒ, δημιουργούν την εταιρεία Intracom. Μια επιχείρηση με 10 άτομα στην αρχή, που στεγάζεται σε μερικές παράγκες στην Αργυρούπολη. Συναρμολογεί ανατολικογερμανικό ηλεκτρονικό υλικό και το πουλάει στον ΟΤΕ. Ένας από τους διάφορους πελάτες είναι και το ΚΚΕ. Οι παλιοί συχνάζοντες στον Περισσό θυμούνται τις πορτοκαλί και βυσσινί συσκευές με το σήμα της εταιρείας Intracom. Τα επόμενα χρόνια, η εταιρεία στην οποία υπάρχει πάντα ένας Ανατολικογερμανός, ο Her Wittan, θα γίνει βασικός προμηθευτής του Δημοσίου και ένας πραγματικός κολοσσός.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, οι επικοινωνίες είναι σε πλήρη ανάπτυξη σε όλη την Ευρώπη. Ο ψηφιακός κόσμος δείχνει ότι θα είναι ο μελλοντικός κόσμος. Η τηλεφωνία από αναλογική, αρχίζει να γίνεται ψηφιακή. Κατά συνέπεια, ο τεχνολογικός εξοπλισμός σε όλες τις χώρες αλλάζει. Αυτό σημαίνει μεγάλα κέρδη για τις εταιρείες που αναλαμβάνουν την εγκατάσταση των νέων τηλεπικοινωνιών. Εκείνη την εποχή, ο Κόκκαλης είχε την τύχη να γνωρίσει δύο ανθρώπους που ήταν κοντά στον Ανδρέα Παπανδρέου: τον Γιώργο Λούβαρη (ανώτατο στέλεχος της ΑΓΕΤ Ηρακλής) και τον Θεοφάνη Τόμπρα, μετέπειτα διοικητή του ΟΤΕ.
Ο Κόκκαλης παρακολουθεί με προσοχή τις εξελίξεις στην τεχνολογία και κάνει συμφωνία με την ιαπωνική NEC για να μπει στην ψηφιακή ελληνική αγορά. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει την άποψη πως οι τηλεπικοινωνίες πρέπει να είναι κρατική υπόθεση όπως και η ηλεκτρονική εξέλιξη. Δημιουργείται, μάλιστα, νομικά η ΕΛΒΗΛ, μια Εθνική Βιομηχανία Ηλεκτρονικών. Στην αγορά της Ευρώπης υπάρχει μια μάχη σε εξέλιξη για τις τηλεπικοινωνίες. Αμερικανικές εταιρείες προσπαθούν να εξασφαλίσουν, με αντίπαλο τις ευρωπαϊκές, τον εξοπλισμό της ψηφιακής πραγματικότητας. Όμως δεν τα καταφέρνουν γιατί τα ευρωπαϊκά κράτη επιλέγουν συστήματα ευρωπαϊκών εταιρειών.
Τρεις είναι οι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες : η γερμανική Siemens, η σουηδική Ericsson και η γαλλική Alcatel. Οι εταιρείες μάλλον μοιράζουν μεταξύ τους την πίτα. Ο Παπανδρέου είναι υπέρ μιας εθνοκεντρικής λύσης, αλλά η Ελλάδα δεν προλαβαίνει να ακολουθήσει τον Τρίτο Δρόμο στις τηλεπικοινωνίες. Έτσι, μετά από πρόταση στον Κόκκαλη, αυτός αφήνει την ιαπωνική NEC και συμμαχεί με την σουηδική Ericsson για τα ελληνικά ψηφιακά συστήματα, αλλά με εταίρο τη γερμανική Siemens. H Ericsson δίνει τεχνολογία στην Ελλάδα και η Siemens ανταποδοτικά κατασκευάζει εργοστάσιο στη Θεσσαλονίκη.
Ο συνεταιρισμός αρχίζει να παίρνει τις ψηφιακές παροχές το 1986 στην Ελλάδα. Οι Αμερικανοί προσπαθούν να πάρουν κομμάτι της πίτας, αλλά είναι αδύνατον. Είναι μάλλον ενδεικτική η περίπτωση της αμερικανικής Northern Telecom, η οποία συμμετείχε σε διαγωνισμό για ψηφιακά με πολύ χαμηλή τιμή. Οι προσφορές άνοιξαν και την επόμενη μέρα θα εξετάζονταν οι υλικοτεχνικοί όροι. Η αμερικανική εταιρεία έβαλε security να φυλάνε το κτίριο για να μην υπάρξει κάποια επέμβαση στις τιμές. Την επόμενη μέρα όμως η επιτροπή «διαπίστωσε» πως είχε κάνει λάθος στα νούμερα. Η σύμπραξη Intracom – Siemens είχε δώσει χαμηλότερη τιμή. Οι Αμερικανοί πιστεύουν πως κάποιος άλλαξε το βράδυ τους φακέλους, αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν πώς έγινε σε ένα κτίριο που οι ίδιοι φύλαγαν.
Όταν το 1988 οι εκδότες άρχιζαν να γυρνάνε την πλάτη στον Ανδρέα Παπανδρέου, ο Σωκράτης Κόκκαλης, τον υποστήριξε όσο μπορούσε, χρηματοδοτώντας την έκδοση της εφημερίδας «Επικαιρότητα». Παράλληλα, κατάφερνε να διατηρεί καλές σχέσεις, όπως και τα πρώτα χρόνια της άφιξής του στην Ελλάδα, με όλο το πολιτικό και κοσμικό φάσμα. Όταν έγινε η οικουμενική κυβέρνηση, μία από τις αποφάσεις της ήταν η συνέχιση της εγκατάστασης των ψηφιακών παροχών από τον Κόκκαλη και τη Siemens χωρίς διαγωνισμό.
Η μετέπειτα κυβέρνηση Μητσοτάκη (1990-1993) εμφανίστηκε και αυτή φιλική προς τον μεγαλοεπιχειρηματία. Το 1993 δίνει τα ψηφιακά στους Κόκκαλη – Siemens. Επίσης, δίνει άδεια κινητής τηλεφωνίας στην Panafon του Κόκκαλη, αποκλείοντας μάλιστα με νόμο τον ΟΤΕ από άδεια κινητής τηλεφωνίας.
Τον Απρίλιο του 1993 ο Κόκκαλης γίνεται Πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός.
Ο επιχειρηματίας κάνει επί Μητσοτάκη σύμβαση με τον ΟΠΑΠ και παίρνει το «Ξυστό».
Τη δεκαετία του ’90 βγαίνουν πολυάριθμα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι ήταν πράκτορας της ανατολικογερμανικής Στάζι, αλλά δεν υπήρξε κάποια καταδικαστική απόφαση. Οι γερμανικές αρχές έκαναν έρευνα στους απόρρητους φακέλους της Στάζι και ανακοίνωσαν ότι βρήκαν πολλά επιβαρυντικά για τον Κόκκαλη στοιχεία.
Καταφέρνει να διατηρεί καλές σχέσεις και με τη ΝΔ και με το ΠΑΣΟΚ. Και με το Κ. Σημίτη και με τον Κ. Καραμανλή. Επί Κώστα Καραμανλή συνεχίζει να παίρνει δουλειές. Όταν η σύμβαση με την Intralot του Κόκκαλη έληξε, προκηρύχθηκε διαγωνισμός, αλλά ο διαγωνισμός ακυρώθηκε και πήρε το «Στοίχημα» με απευθείας ανάθεση και πάλι ο … Κόκκαλης.
Η Κεντρική Υπηρεσία Ερευνών Κυβερνητικών Εγκλημάτων (ZERV) υποστηρίζει ότι οι εταιρείες του Σωκράτη Κόκκαλη, από την Integra έως και την Intracom, ήταν εταιρείες που δημιουργήθηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες της Ανατολικής Γερμανίας (Στάζι), με σκοπό τη βιομηχανική κατασκοπία αλλά και το οικονομικό κέρδος. Υπό αυτή την έννοια, με την ενοποίηση της Γερμανίας, οι εταιρείες αυτές ανήκουν στο γερμανικό Δημόσιο και όχι στον Κόκκαλη.
Η γερμανική Βουλή δημιουργεί ανακριτικές επιτροπές και ασχολείται με το θέμα. Πολλά δημοσιεύματα σε εφημερίδες αναφέρουν ότι ο Κόκκαλης υπήρξε πράκτορας της Στάζι.
Το 1996 ασκήθηκε εις βάρος του Κόκκαλη ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος, για την υπογραφή της σύμβασης του 1.000.000 ψηφιακών παροχών του ΟΤΕ.
Το 1997, η προανακριτική εξέταση για την υπόθεση Κόκκαλη σταμάτησε στη Γερμανία, μετά από αντικρουόμενες καταθέσεις πρώην πρακτόρων. Το γερμανικό Δημόσιο δεν κατάφερε –ή δεν ήθελε σύμφωνα με ορισμένους Γερμανούς βουλευτές– να αποδείξει πως χρήματα από τη Στάζι δημιούργησαν τον οικονομικό κολοσσό του Κόκκαλη. Με λίγα λόγια, το γερμανικό κράτος σταμάτησε να διεκδικεί την περιουσία του Κόκκαλη. Τα αρχεία όμως της Στάζι είναι αρκετά αποκαλυπτικά και περιέχουν ακόμα και λεπτομέρειες για την υπόθεση.
Από τα αρχεία της Στάζι
Σύμφωνα με τα αρχεία της Στάζι (μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας) ο Έλληνας επιχειρηματίας δήλωσε τον Ιανουάριο του 1963 ότι θέλει να συνεργαστεί με τη συγκεκριμένη μυστική υπηρεσία και απέκτησε το κωδικό όνομα Ρόκκο,
ένας πράκτορας της Στάζι συναντιέται στο μπαρ «Βαρσοβία» με έναν νεαρό, γιο πολιτικού πρόσφυγα από την Ελλάδα. Ο νεαρός είχε πιαστεί πριν από μέρες να κάνει λαθρεμπόριο προϊόντων από το Δυτικό Βερολίνο και του κατασχέθηκε το αυτοκίνητο. Ο πράκτορας του προτείνει να του επιστρέψει το αυτοκίνητο, αλλά αυτός πρέπει να συνεργαστεί μαζί του, δίνοντας πληροφορίες. Ο νεαρός συμφωνεί και έκτοτε γίνεται πληροφοριοδότης της Στάζι με τον κωδικό «Ρόκκο».
Στις 11 Δεκεμβρίου του 1968, όπως φαίνεται από τα αρχεία της Στάζι, ο φάκελος του «Ρόκκο» μπαίνει στο αρχείο. Να τι γράφει ένας φάκελος :
«Ο GI (πληροφοριοδότης) “Ρόκκο” στρατολογήθηκε το 1963. Δούλευε με ειλικρίνεια για το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (Στάζι) και έδωσε μια σειρά από αξιόπιστες πληροφορίες. Ως Έλληνας πολίτης ζούσε στην Ανατολική Γερμανία και δεν είχε στην αρχή ελληνικό διαβατήριο, επειδή οι γονείς του ήταν πολιτικοί πρόσφυγες. Το 1964 πήρε διαβατήριο και μπορούσε να επισκεφθεί το Δυτικό Βερολίνο. Το 1965 μετακόμισε στην Ελλάδα με στόχο να επιστρέψει αργότερα. Οι επαφές κόπηκαν. Στη διάρκεια των επισκέψεών του στην Ανατολική Γερμανία δεν παρουσιάστηκε. Γι’ αυτό το λόγο τα έγγραφα του GI θα πηγαίνουν στο Τμήμα ΧΙΙ στο αρχείο με την ένδειξη “απόρρητο”. Όταν επιστρέψει ο GI, θα ξαναγίνουν επαφές μαζί του.
Υπογραφή
Ντέτσερ»
Στα αρχεία της Στάζι υπάρχει μια έκθεση με την υπογραφή «Σωκράτης Κόκκαλης», όπου προτείνεται να γίνει μια κοινή ελληνο-ανατολικογερμανική επιχείρηση με σκοπό να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Ανατολικής Γερμανίας. Ο υπογράφων γράφει στην έκθεσή του:
«Το Φεβρουάριο του 1965 πήρα την αντιπροσωπεία της ιταλικής Interis από το Μιλάνο για την Ανατολική Γερμανία, τη Ρουμανία και την Πολωνία. Ταυτόχρονα, με απασχόλησε η ερώτηση τι θα μπορούσα να προσφέρω εγώ για την ανάπτυξη του εμπορίου ανάμεσα σε Ανατολική Γερμανία και Ελλάδα. Ήθελα να χρησιμοποιήσω τις σχέσεις που έχω χάρη στον πατέρα μου στην Ελλάδα για να ιδρύσω μια τέτοια εταιρεία».
Ο υπογράφων αναφέρεται σε συνάντηση που είχε κατά τη διάρκεια εμπορικής έκθεσης στη Λειψία με το βουλευτή της Ένωσης Κέντρου και εκδότη Παπαγεωργίου και τη βοήθεια που θα μπορούσε να προσφέρει σε αυτό το σκοπό. Η εταιρεία θα προσπαθούσε να πλησιάζει πολιτικούς και υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης. Ο Ανατολικογερμανός συνεταίρος του Κόκκαλη, αφεντικό της AHB, Roland Winckler, ήταν στέλεχος της Στάζι, με το κωδικό όνομα «Peter Schumann» και έδινε πληροφορίες που έπαιρνε από τον Κόκκαλη.
Στην ανάκρισή του από τις Αρχές της (ενωμένης) Γερμανίας, ο συνεταίρος του Κόκκαλη αρνήθηκε πως υπήρχε σχέδιο δημιουργίας μεικτής εταιρείας για τους σκοπούς της Στάζι.
Στα πρακτικά της γερμανικής Βουλής αναφέρεται πως ο Κόκκαλης έπαιρνε από την ανατολικογερμανική ΑΗΒ προμήθεια 5%-10% για δουλειές που έπαιρναν οι εταιρείες τους. Τα ποσά έμπαιναν στο γερμανικό λογαριασμό με αριθμό 709 και από εκεί μεταφέρονταν σε διάφορους λογαριασμούς με πολλούς αποδέκτες, κυρίως στην Ελβετία. Από το 1986 έως το 1991 ο λογαριασμός αυτός πιστώθηκε με 1,7 εκατ. μάρκα και 11 εκατ. δολάρια. Τα ποσά αυτά, σύμφωνα με τα έγγραφα των γερμανικών Αρχών, δεν πήγαιναν όλα στον Κόκκαλη, αλλά και σε μίζες για τη δημιουργία ευνοϊκών όρων για δημόσιες δουλειές στην Ελλάδα. Δηλαδή, είναι άγνωστο αν η Siemens αντέγραψε τη Στάζι ή αν έγινε το αντίστορφο.
Μάλιστα, τον Ιανουάριο του 1985 ο Winckler πήρε εντολή από τη Στάζι να ελέγξει την πιθανότητα χρηματοδότησης του κυβερνώντος κόμματος στην Ελλάδα, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ, με ποσοστό 2% επί των συμβολαίων. Το σχέδιο αυτό επιβεβαίωσε και ο πράκτορας της Στάζι Κοχ στις γερμανικές Αρχές.
Η ελληνική Δικαιοσύνη άφησε να παραγραφούν οι κατηγορίες που αφορούσαν αυτές τις υποθέσεις. Οι υποθέσεις έκλεισαν, αφού κλείστηκαν για πολύ καιρό στα ανακριτικά γραφεία.
Τον Απρίλιο του 1993 ο Κόκκαλης αποφάσισε να επεκταθεί και στο χώρο του ποδοσφαίρου. Συγκεκριμένα, έγινε Πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός. Θεώρησε ότι θα ήταν μια κερδοφόρα επένδυση και ότι ταυτόχρονα θα κέρδιζε και τη συμπάθεια των πολυπληθών οπαδών μιας μεγάλης ομάδας.
Παράλληλα εξαπλώνεται και στον επιχειρηματικό τομέα. Επενδύει στην αμερικανική Conklink . Διαπραγματεύεται την αγορά της τουρκικής Gantech και όταν πετυχαίνει τιμή δίνει τρεις φορές πάνω το ποσό. Αγοράζει μειοψηφικό πακέτο του Eurofootball (βουλγαρική λοταρία). Όλα αυτά ενώ ο όμιλος επιχειρήσεών του είναι εισηγμένος στο Χρηματιστήριο.
Ταυτόχρονα, ο Κόκκαλης εγκαταλείπει τους συμμάχους του στα Βαλκάνια και παρουσιάζει ενδιαφέρον για επέκταση πέρα από τον Ατλαντικό. Οι παλιοί του φίλοι, ο Ρώσος Σμιρνόφ, οι Σέρβοι Στοΐκοβιτς και Μιλουτίνοβιτς, οι Βούλγαροι Κολάροφ και Γκεγκένοφ και ο Βασίλι Τορμπουκόφσκι από τα Σκόπια κάνουν συχνά παράπονα για τον Κόκκαλη που δεν βλέπουν πια.
Η στροφή που καθιερώνει η οικονομολόγος Νίκη Τζαβέλα (που διετέλεσε βουλευτής της ΝΔ και ευρωβουλευτής του ΛΑ.Ο.Σ) για τον Όμιλο Κόκκαλη τον θέλει στενό συνεργάτη των αμερικανικών πανεπιστημίων και ιδρυμάτων. Στα πλαίσια αυτά, αποκτά συνεργασία με το Χάρβαρντ.
Ο Κόκκαλης θεωρεί ότι η Intracom είναι καιρός να προσεγγίσει τους Ρώσους. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, προσπαθώντας να επενδύσουν στις νέες επικοινωνίες, δημιούργησαν την εταιρεία Sistema, κάτι σαν τη ρωσική Intracom. Η Sistema δημιούργησε μια θυγατρική, τη Sitronic, η οποία έχτισε στην περιοχή Ζελένογκραντ μια κλειστή τεχνολογική πόλη.Tον Ιούνιο του 2006, η INTRACOM TELECOM ελέγχεται από τη ρωσική εταιρία JSC SITRONICS κατέχοντας το 51% των μετοχών. Η JSC SITRONICS ελέγχεται από την JSFC SISTEMA, το μεγαλύτερο όμιλο καταναλωτικών υπηρεσιών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, H ελληνική εταιρία INTRACOM HOLDINGS διατηρεί ποσοστό 49% στην INTRACOM TELECOM.
Στο πρόσωπο του Κόκκαλη, η γερμανική Siemens βρήκε έναν εκλεκτό συνεταίρο και καλό γνώστη του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Η συνεργασία τους είναι αρκετά γνωστή. Ένας από τα πρόσωπα-κλειδιά στη σχέση του Κόκκαλη με το γερμανικό κολοσσό είναι ο Volker Jung. Ο Jung διετέλεσε διευθυντής της Siemens και το 2003, όταν αποστρατεύτηκε από τις γερμανικές του υποχρεώσεις, βρέθηκε στο ΔΣ της Intracom του Κόκκαλη. Στη συνέχεια, ο Jung μπήκε στο ΔΣ της ρωσικής Systema, η οποία αγόρασε την Intracom. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το γερμανικό περιοδικό Spiegel αποκάλυψε πως ο Jung είχε σχέσεις με τις Μυστικές Υπηρεσίες της Γερμανίας.
Η ποινική δίωξη εις βάρος του Κόκκαλη το 2002
Το Φεβρουάριο του 2002, ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών Δημ. Παπαγγελόπουλος άσκησε ποινική δίωξη για τέσσερις κακουργηματικές πράξεις και δύο πλημμελήματα εναντίον του προέδρου της «INTRACOM» Σωκράτη Κόκκαλη. Η ποινική δίωξη βασίστηκε σε στοιχεία προκαταρκτικής έρευνας, την οποία διενήργησε ο ίδιος εισαγγελικός λειτουργός από τον Μάρτη του 2001, με αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή» σχετικά με το ρωσικό «ΛΟΤΤΟ», καθώς και παλαιότερη σύνδεση του ονόματος του Σωκράτη Κόκκαλη, από τον βουλευτή Πάνο Καμμένο, με την περιβόητη υπηρεσία πληροφοριών «ΣΤΑΖΙ» της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Τα αδικήματα για τα οποία διώχθηκε ο Σ. Κόκκαλης ήταν :
1) «Κατασκοπία» σε βάρος της χώρας μας για λογαριασμό της «ΣΤΑΖΙ», βάσει εγγράφων που προσκόμισε στον εισαγγελέα ο Π. Καμμένος και καταθέσεις άλλων μαρτύρων, που ισχυρίζονται ότι ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας «είχε σταλεί από τη ΣΤΑΖΙ στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 1970, με σκοπό να υποκλέπτει την τεχνογνωσία δυτικού τύπου και να τη διοχετεύει σ' αυτήν».
2) «Απάτη» και
3) «Υπεξαίρεση» σε βάρος των μετόχων της «ΙΝΤΡΑΚΟΜ».
4) «Νομιμοποίηση εσόδων, που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες» (ξέπλυμα μαύρου χρήματος μέσω «ofshore» εταιριών - πρόκειται για εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό για φορολογικούς λόγους).
5) «Ενεργητική δωροδοκία» και
6) «Παθητική δωροδοκία». Οι δύο τελευταίες πράξεις είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και αναφέρονται σε δωροδοκία Ρώσου «Αθανάτου», μέλους της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, προκειμένου να ανατεθεί στον Κόκκαλη η διοργάνωση του ρωσικού «ΛΟΤΤΟ». Η περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης ανατέθηκε σε τακτικό ανακριτή.
Ένα δημοσίευμα της 24ης Φεβρουαρίου 2002 με τίτλο «Tο βαρύ ‘‘κατηγορώ’’ του εισαγγελέα» στην Καθημερινή ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής : « Aποφράς ημέρα ήταν η Tρίτη 19 Φεβρουαρίου για τον κ. Σωκράτη Kόκκαλη και τον όμιλο επιχειρήσεων Intracom, καθώς και τις «συνδεόμενες» με αυτόν εταιρείες, όταν ο εισαγγελέας Πρωτοδικών κ. Δημήτριος Παπαγγελόπουλος άσκησε ποινική δίωξη για έξι κακουργήματα. Tο αρχικό σοκ διαδέχτηκε η κατάπληξη, όταν η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε ότι στον πανίσχυρο πρόεδρο της Intracom αποδίδονται πρωτοφανείς κατηγορίες για βαρύτατες πράξεις και εξόχως ατιμωτικές. Tο πολιτικό σύστημα πρώτο αισθάνθηκε τη σοβαρότητα της κατάστασης, με αποτέλεσμα τη σιωπή και την αποφυγή παντός σχολίου. […]
Σύμφωνα με την εισαγγελική δίωξη ο Σ. Kόκκαλης κατηγορείται:
1. Για κατασκοπεία κατά της Eλλάδας για τις σχέσεις του με τις μυστικές υπηρεσίες της πρώην Aνατολικής Γερμανίας (ΣTAZI), όπως αυτές περιγράφονται στην έκθεση του γερμανικού Kοινοβουλίου, σε πλήθος επικυρωμένων εγγράφων, στους φακέλους της Eισαγγελίας του Bερολίνου, σε εκθέσεις πρακτόρων της ΣTAZI και σε μαρτυρικές καταθέσεις. Aπό τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι ο κ. Kόκκαλης διατήρησε άρρηκτες τις σχέσεις του με διευθύνσεις και τμήματα του υπουργείου Kρατικής Aσφάλειας της DDR (Διεύθυνση Kατασκοπείας) μέχρι και την πτώση του καθεστώτος (1989), ενώ παρείχε πληροφορίες για ευαίσθητα πολιτικά και οικονομικά θέματα της Eλλάδας. Λόγω της μυστικότητας της εισαγγελικής έρευνας ουδείς γνωρίζει αν η κατηγορία της κατασκοπείας βαρύνει τον κ. Kόκκαλη και για δραστηριότητες μετά το 1989.
2. Για κακουργηματική απάτη εις βάρος των μετόχων εταιρειών του ομίλου Intracom, επειδή απέκρυψε και ενθυλάκωσε έσοδα από συμβάσεις που συνήφθησαν στο πλαίσιο ανάπτυξης του ρωσικού ΛOTTO. Πιθανολογείται ότι η συγκεκριμένη κατηγορία «αγγίζει» και άλλα στελέχη του ομίλου.
3. Για υπεξαίρεση ποσών σημαντικού ύψους, τα οποία παρανόμως ιδιοποιήθηκε εις βάρος των μετόχων. […]
4. Για κατοχή, διακίνηση και εν τέλει νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από τον κ. Kόκκαλη, πράξη κακουργηματικού χαρακτήρα που εμπίπτει στις διατάξεις του νόμου 2331/95 (περί ξεπλύματος βρώμικου χρήματος). Ποσά που προήλθαν από υπεξαίρεση και απάτη, ξεπλύθηκαν σε μια σειρά από χώρες (Eλβετία, Iρλανδία, Kύπρος κ.α.) μέσω άγνωστων εταιρειών, κάποιες από αυτές υπεράκτιες. […]
5. Για ενεργητική δωροδοκία που αποδίδεται στον κ. Kόκκαλη και συνδυάζεται με τον νόμο περί καταχραστών του Δημοσίου 1608/50. H δίωξη αυτή που αρχικά έχει ασκηθεί κατά του επιχειρηματία εκτιμάται ότι μπορεί να επεκταθεί και σε όσους άλλους είχαν δικαίωμα υπογραφής επί των λογαριασμών 0709-60-011-025 και 0709-85-011-025 της Nτόιτσε Xάντελσμπανκ, και οι οποίοι περάμειναν ενεργοί μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990.
6. Για παθητική δωροδοκία σε βαθμό κακουργήματος που στρέφεται κατά παντός υπευθύνου, όπως για παράδειγμα κατά λειτουργών του Δημοσίου, στελεχών του OTE που είχαν ανάμειξη από τη δεκαετία του 1980 σε μεγάλες αναθέσεις προμηθειών στην Intracom με αποκορύφωμα τις ψηφιακές παροχές του 1987, της Oικουμενικής κ.ά.
Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι παρά το γεγονός ότι η «K» με πολλά δημοσιεύματά της το 1996 και το 1997 είχε φέρει στην επιφάνεια 43 λογαριασμούς, αποδέκτες ποσών που αποστέλλονταν από τους τροφοδότες λογαριασμούς του κ. Kόκκαλη από την Nτόιτσε Xάντελσμπανκ σε δυτικές τότε τράπεζες, ουδείς ασχολήθηκε με αυτούς. Kαι, κυρίως, η Δικαιοσύνη.
Oι λογαριασμοί δεν ανοίχτηκαν, καθώς πολλοί ήταν ανώνυμοι και λειτουργούσαν με κωδικούς αριθμούς, κρύβοντας πίσω τους τα φυσικά πρόσωπα. Eτσι επώνυμοι και ανώνυμοι αποδέκτες ποσών από τον κ. Kόκκαλη, παρέμειναν στη σκιά της ανωνυμίας και στο απυρόβλητο.
Mόνο από τα 43 εμβάσματα του κ. Kόκκαλη και για την περίοδο από 13/2/1987 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1990 διακινήθηκαν ποσά ύψους 5,8 εκατ. δολαρίων και 1,78 εκατ. μάρκων. Δεν αναζητήθηκαν επίσης οι κινήσεις των λογαριασμών προ του 1987, ούτε οι μυστικοί νουμέρικαλ λογαριασμοί στην Eλβετία και αλλού αποκαλύφθηκε σε ποιους ανήκουν, αν και κάποιοι παραμένουν ενεργοί μέχρι και σήμερα... […] » .
Τελικά, η υπόθεση ενταφιάστηκε με τη συνήθη μέθοδο του βουλεύματος, ύστερα από απαλλακτική πρόταση του ανακριτή που ανέλαβε την υπόθεση. Εντελώς συμπτωματικά, ο τελικός ανακριτής που πρότεινε την απαλλαγή του Κόκκαλη, ο Δ. Οικονόμου, ανέλαβε στη συνέχεια και την υπόθεση Ζαχόπουλου – ροζ DVD.
Η ποινική δίωξη του 1996
Το 1996, ύστερα από δικαστική κυοφορία 18 μηνών, η Ολομέλεια του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών αποφάσιζε ομοφώνως να ασκηθεί δίωξη για το περιβόητο σκάνδαλο της ανάθεσης 1.000.000 ψηφιακών παροχών του ΟΤΕ στην εταιρεία ΙΝΤΡΑΚΟΜ του Σωκράτη Κόκκαλη, για τέσσερα κακουργήματα και τρία πλημμελήματα (απάτη, δωροδοκία, δωροληψία, παράβαση καθήκοντος, απιστία, ψευδορκία, ψευδή βεβαίωση).
Στο επίκεντρο της υπόθεσης ήταν οι τραπεζικοί λογαριασμοί του Κόκκαλη που βρέθηκαν στα αρχεία της ανατολικογερμανικής Στάζι και ερευνούσε η ελληνική δικαιοσύνη για να διαπιστώσει ποιοι από τους υποστηρικτές του ανατολικογερμανικού εκσυγχρονισμού του ΟΤΕ από την ΙΝΤΡΑΚΟΜ είχαν στην πραγματικότητα λαδωθεί.
«Χρηματισμός στελεχών του ΟΤΕ» έγραφε η εφημερίδα Καθημερινή στις 12-5-1996 και αποκάλυπτε οκτώ λογαριασμούς σε ελβετικές τράπεζες που αφορούσαν υψηλόβαθμα στελέχη του ΟΤΕ. Τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της η δικαιοσύνη ήταν τόσο βάσιμα ώστε η Ελευθεροτυπία έγραφε για μια «Ψηφιακή Καταιγίδα» που απειλούσε την πολιτική ζωή του τόπου, ενώ άλλες εφημερίδες έσπευσαν να διαταράξουν τον ύπνο αρκετών ατόμων υπεράνω υποψίας με πρωτοσέλιδα του τύπου: Η Στάζι χρηματοδοτούσε το ΠΑΣΟΚ, Ξεσκεπάστηκε το κράτος της ΙΝΤΡΑΚΟΜ, Κόκαλο ο Κόκκαλης, Ψηφιακές βόμβες κ.λπ. Κάποιοι βιάστηκαν να πιστέψουν ότι θα ερχόταν η πολυπόθητη κάθαρση. Η ελπίδα αποδείχθηκε φρούδα ύστερα από απίθανα δικονομικά τερτίπια.
Η ταφόπλακα μπήκε με δύο βουλεύματα (τα υπ.αρ.685/1998 και 1820/1998) του ίδιου Συμβουλίου Εφετών που είχε παραπέμψει τον Κόκκαλη. Τώρα πια που είναι γνωστό το περιεχόμενο των βουλευμάτων, δημιουργούνται δικαιολογημένα ερωτηματικά σε όσους τα μελετούν.
Πάντως αξίζει να γίνουν δύο επισημάνσεις:
Πρώτον, ο Εισαγγελέας Εφετών Λάμπρος Καράμπελας, που ανέλαβε να συνεχίσει την προκαταρκτική έρευνα του Εισαγγελέα Εφετών Γεωργίου Zορμπά (ο δικαστικός που συνέδεσε για πρώτη φορά τα ψηφιακά με τους λογαριασμούς της Στάζι), διέσπασε την ενιαία δικογραφία της υπόθεσης σε δύο τμήματα, το ένα από τα οποία αφορούσε τις δωροδοκίες και το άλλο την υπογραφή αυτή καθαυτή της σύμβασης του 1994 για την ανάθεση ενός εκατομμυρίου ψηφιακών παροχών στην ΙΝΤΡΑΚΟΜ. Όπως επισημαίνουν σήμερα νομικοί κύκλοι, το Συμβούλιο Εφετών, με πρόεδρο τον προϊστάμενο του Εφετείου Σεργάκη, ευλόγησε αυτή την αυθαίρετη διάσπαση της δικογραφίας και άνοιξε το δρόμο για τα δυο απαλλακτικά βουλεύματα.
Δεύτερον, κλειδί της υπόθεσης και της δικαστικής έρευνας ήταν οι περίφημοι λογαριασμοί του Σωκράτη Κόκκαλη που βρέθηκαν στα αρχεία της Στάζι και σε ελβετικές και άλλες τράπεζες. Τι έκανε γι αυτούς η δικαιοσύνη και συγκεκριμένα οι ειδικοί Εφέτες ανακριτές κ. Ναυπλιώτης και Γεωργαντόπουλος, οι οποίοι ανέλαβαν να ολοκληρώσουν την δικογραφία μετά την απόφαση του Συμβουλίου Εφετών του 1996; Ύστερα από 16 μήνες δικαστικής έρευνας εισηγήθηκαν στο ίδιο δικαστικό σώμα και αυτό αποφάνθηκε ότι δεν είναι αρκετά σοβαρές οι ενδείξεις προς παραπομπή των κατηγορούμενων στο ακροατήριο για να δικαστούν ως υπαίτιοι δωροδοκίας και δωροληψίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν το 1996 κυρίως στην εφημερίδα Καθημερινή, οι δωροδοκίες προς υψηλά ισταμένους του ΟΤΕ, αλλά και πολιτικά πρόσωπα, είχαν διαπραχθεί μέσω του λογαριασμού με αριθμό 709 που διατηρούσε ο Σωκράτης Κόκκαλης στην Τράπεζα Deutsche Ηandelsbank (DΗΒ) του Ανατολικού Βερολίνου. Για να ανοίξει ο λογαριασμός αυτός έπρεπε να ζητηθεί η συνδρομή του γερμανικού υπουργείου Δικαιοσύνης. Οι Εφέτες ανακριτές απευθύνθηκαν στις γερμανικές αρχές, αλλά όταν πήραν την απάντηση ότι η Deutsche Ηandelsbank δεν είναι σύμφωνη με τη διαβίβαση πληροφοριών για ποινικούς σκοπούς του Εφετείου Αθηνών, πρότειναν να μπει η υπόθεση στο αρχείο !
Περίμεναν λοιπόν από την πρώην τράπεζα της Στάζι να ανοίξει, έτσι πρόθυμα, τα αρχεία της;
Πώς έκαναν δεκτή την περίεργη άποψη να αρνείται ξένη αρχή την δικαστική συνδρομή σε ανακριτικές πράξεις της Ελληνικής Δικαιοσύνης με το επιχείρημα ότι επειδή η Γερμανική Εμπορική Τράπεζα δεν είναι σύμφωνη με τη διαβίβαση πληροφοριών για ποινικούς σκοπούς του Εφετείου Αθηνών εκφράζει η Ανεξάρτητη Επιτροπή την αδυναμία της για άμεση ανταπόκριση (σ.σ. η έμφαση δική μας) στο αίτημα… 2. Μήπως η αδυναμία άμεσης ανταπόκρισης ήταν υπεκφυγή και κωλυσιεργία της Ανεξάρτητης Επιτροπής και θα ήταν δυνατόν με μεγαλύτερη επιμονή και συνεργασία Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών με το ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης να πεισθούν οι γερμανικές αρχές να συνεργαστούν σε μια έρευνα που αφορούσε ανακριτικές πράξεις σχετικά με την ενδεχόμενη τέλεση κακουργηματικών πράξεων; Διαφορετικά, είναι απορίας άξιον πώς έχει επιτευχθεί το άνοιγμα ελβετικών λογαριασμών του πρώην δικτάτορα Μάρκος ή του Νιγηριανού Σάνι Αμπάτσα, με αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος ύψους δισεκατομμυρίων δραχμών στα παραπάνω ευαγή ιδρύματα.
Με τον τρόπο που ενήργησαν οι έλληνες δικαστικοί λειτουργοί χάθηκε μια ακόμα μεγάλη ευκαιρία για κάθαρση και απονομή δικαιοσύνης.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ Dr. Beil ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Μεταξύ αυτών που κατέθεσαν στο γερμανικό κοινοβούλιο για την ΙΝΤΡΑΚΟΜ είναι και ο Dr. Βeil (Μπάιλ), πρώην υπουργός Εξωτερικού Εμπορίου της Αν. Γερμανίας την κρίσιμη εποχή διείσδυσης της ΙΝΤΡΑΚΟΜ στον ΟΤΕ (1981-1989), ο οποίος δήλωσε ότι διοχετεύτηκαν μεγάλα χρηματικά ποσά στο ΠΑΣΟΚ.
Πέρα όμως από την κατάθεση του Μπάιλ υπάρχει και ένα πολύ σημαντικό έγγραφο της έρευνας για τα ψηφιακά, που αποκάλυψε το «Αντί». Πρόκειται για ένα άκρως απόρρητο σήμα της Στάζι και αφορά μεταξύ των άλλων, την οικονομική υποστήριξη του ελληνικού κόμματος ΠΑΣΟΚ για τη βελτίωση των συναλλαγών.
Στο ίδιο έγγραφο γίνεται αναφορά για την κατάθεση σε εκείνη τη φάση 400.000 συνολικά γερμανικών μάρκων σε ελβετική τράπεζα. Το σημαντικό αυτό έγγραφο συνδυάζεται με την πληθώρα των άλλων στοιχείων που βρέθηκαν στα αρχεία της Στάζι για την άλωση του ΟΤΕ από την Ιντρακόμ και για πρώτη φορά επιβεβαιώνουν αυτό που τόσα χρόνια ήταν προφανές για όσους ασχολήθηκαν με τα σκάνδαλα των ψηφιακών.
Οι περισσότερες δωροδοκίες έγιναν μέσω του λογαριασμού 709 που διατηρούσε ο Σωκράτης Κόκκαλης στην Deutsche Ηandelsbank ΗΒ.
Τα νέα στοιχεία που αποκωδικοποιήθηκαν στη Γερμανία διευκρινίζουν ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο για δύο λογαριασμούς, τον 0709-60-011-205 σε γερμανικά μάρκα και τον 0709-85-011-025 σε αμερικανικά δολάρια. Οι αποστολές χρηματικών ποσών για δωροδοκίες μέσω των λογαριασμών αυτών αφορούν κυρίως τη χρονική περίοδο 1984-1990, την περίοδο δηλαδή άλωσης του ΟΤΕ από την ΙΝΤΡΑΚΟΜ.
Ίσως, όλη η αλήθεια για την οικονομική ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ να κρύβεται στα εμβάσματα του Κόκκαλη σε τρεις ελβετικές τράπεζες και αντίστοιχους λογαριασμούς:
Την United Οverseas Βank και αρ. λογαριασμού b 8785.
Την Chemical Βank και αριθμό λογαριασμού g 2209.
Την Credit Suisse και αριθμό λογαριασμού 0998512-1.
Στους τρεις αυτούς λογαριασμούς μεταβιβάστηκαν περισσότερα από 5.000.000 γερμανικά μάρκα σε μια περίοδο τεσσάρων ετών. Σε ποιους πήγαν τα ποσά αυτά; Είναι βέβαιο ότι την απάντηση όφειλε να την δώσει η ελληνική δικαιοσύνη τη δεκαετία του 1990.
Τα συμπεράσματα της Επιτροπής του γερμανικού κοινοβουλίου
Όπως γράψαμε και στην αρχή του κειμένου, ο βουλευτής και μέλος της Eπιτροπής του γερμανικού κοινοβουλίου (που έψαξε το θέμα Κόκκαλη) Φ. Γ. Mπόιχερ κατηγόρησε τον πρόεδρο B. Nόιμαν για παρακώλυση του έργου της επιτροπής, εξαπολύοντας και μια πολιτική ρουκέτα. O Mπόιχερ δήλωσε ενώπιον της Eπιτροπής ότι υπήρξε συνεννόηση υψηλού επιπέδου μεταξύ Bόννης και Aθηνών.
Tο φθινόπωρο του 1992, όπως αναφέρεται, ο τότε πρωθυπουργός της Eλλάδος K. Mητσοτάκης ζήτησε από τον κ. Xελμουτ Kολ (τότε καγκελάριο της Γερμανίας) να μην θιγούν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα του επιχειρηματία Σ. Kόκκαλη από τις γερμανικές Aρχές.
Σε αντάλλαγμα, ο τότε πρωθυπουργός «προσέφερε» τον μεγαλοπράκτορα της ΣTAZI Xέλμουτ Bόιτ, που πράγματι συνελήφθη στην Eλλάδα και παραδόθηκε με express διαδικασίες στη Γερμανία, τις οποίες ζήτησε και περιφρούρησε ο τότε αρχηγός της EΛ.AΣ. Nηστικάκης.
Πάντως, πέραν του καταλυτικού υπαινιγμού περί χειραγώγησης της έρευνας του γερμανικού Kοινοβουλίου, υπέρ Kόκκαλη, αξίζει να σημειώσουμε και τα εξής:
1. Δεν βρέθηκαν κρίσιμα παραστατικά, χάθηκαν βασικές αναφορές για τον πράκτορα «Rocco» και τις δοσοληψίες του με τις ανατολικογερμανικές υπηρεσίες και η Eπιτροπή ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη οι εξετάσεις μαρτύρων, δεν είχε μπορέσει ακόμα να αποχαρακτηρίσει πολλά κρίσιμα έγγραφα… Oι βουλευτές αυτό το χαρακτήρισαν παράδοξο…
2. H αμνησία των μαρτύρων που εκλήθησαν και κατέθεσαν ήταν χαρακτηριστική (!) Oυδείς σχεδόν θυμήθηκε ουδέν για τον Kόκκαλη και οι όποιες παραδοχές από πλευράς των πρώην πρακτόρων της ΣTAZI έγιναν, αναγκαστικώ δικαίω, όταν υπήρχαν πολλαπλά αποδεικτικά έγγραφα.
3. Σε χαρακτηριστική αναφορά της η Eπιτροπή του Kοινοβουλίου επισήμανε ότι ακόμα και μετά την κατάρρευση του καθεστώτος της Α. Γερμανίας (1989) ο Σ. Kόκκαλης λάμβανε από την υπαρκτή ακόμα A. Γερμανία κεφάλαια ύψους μέχρι 100 εκατ. μάρκων, χωρίς αυτά να απορρέουν από εμπορικές συναλλαγές.
4. Oι υπερτιμολογήσεις αγαθών DDR που προωθούσε ο κ. Kόκκαλης και διέθετε σε OTE, ΔEH κ.α., εξασφάλιζαν μια καλολαδωμένη μηχανή.
5. Tην περίοδο 1986-1991 μέσω των λογαριασμών που διατηρούσε ο Σ. Kόκκαλης στην Nτόιτσε Xάντελς Mπανκ διακινήθηκαν 11 εκατ. δολάρια και 1,7 εκατ. μάρκα που διοχετεύθηκαν κυρίως στην Eλβετία (και όχι μόνο).
Σε ποιους πήγαν τα λεφτά ;
Όπως είπαμε και πριν, η έρευνα των κινήσεων του λογαριασμού 709 του Kόκκαλη στην Deutsche Handelsbank μέσω του UKVP απέδειξε ότι, μεταξύ των ετών 1986 - 1991, ο λογαριασμός περιείχε από προμήθειες, από υπερτιμολογήσεις και από μπόνους, ποσά ύψους 1,7 εκατομμυρίων μάρκων και 11 εκατομμυρίων δολαρίων. Tο μεγαλύτερο μέρος του συνολικού ποσού, ήτοι 1,8 εκατομμύρια μάρκα και 10,7 εκατ. δολάρια μεταβιβάσθηκαν τελικά σε λογαριασμούς στην Eλβετία (έγγραφο, αρ. πρωτοκόλλου 73, σελ. 25)
Tα χρήματα αυτά δεν είχαν ως αποδέκτη μόνον τον Kόκκαλη. Eν μέρει χρησίμευαν ως «μέσον επηρεασμού της αγοράς» στο εσωτερικό της Eλλάδας, δηλαδή, προκειμένου να «επηρεαστούν ευνοϊκά» συναλλαγές για δημόσιες συμφωνίες. Aπό στοιχεία της Διεύθυνσης του Yπουργείου Kρατικής Aσφαλείας (MfS) προκύπτει ότι τον Iανουάριο του 1985 στον δρα Bίνκλερ (σύνδεσμος από πλευράς DDR με τον Kόκκαλη στην Eλλάδα) διετέθησαν από τον τότε υπουργό Eξωτερικού Eμπορίου, τον Γκέρχαρντ Mπελ, τα μέσα, προκειμένου να εξετάσει τις δυνατότητες οικονομικής στήριξης του τότε κυβερνώντος στην Eλλάδα (ΠAΣOK).
Tότε, ο Bίνκλερ πρότεινε από τη συνολική αξία των εμπορικών συμφωνιών με την Eλλάδα να «εξαιρείται» ποσοστό 2% για τον σκοπό αυτόν. Tην εν λόγω διαδικασία επιβεβαίωσε και ο μάρτυς Bίλι Kοχ στη διάρκεια της κατάθεσής του ενώπιον της Oμοσπονδιακής Yπηρεσίας Δίωξης του Eγκλήματος (BKA), αλλά και της εξεταστικής επιτροπής. (έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου 76, σελ. 83-84).
O μάρτυρας Bίνκλερ, παρά τις πιεστικές ερωτήσεις και την παράθεση αποδεικτικών εγγράφων, στη διάρκεια της κατάθεσής του στις 27 Φεβρουαρίου 1997, δεν «κατόρθωσε να επαναφέρει στη μνήμη του το περιστατικό» (έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου 42, σελ. 44-46). H ίδια ερώτηση ως προς το ίδιο θέμα είχε τεθεί και στον μάρτυρα Mπελ, στις 12 Δεκεμβρίου 1996, αλλά ούτε αυτός μπόρεσε να θυμηθεί. Δεν θυμόταν επακριβώς, αλλά θεωρούσε απολύτως πιθανό τα προσήκοντα παραστατατικά να ενυπάρχουν στο πακέτο των αποδεικτικών στοιχείων που είχε στα χέρια της η εξεταστική επιτροπή. (έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου 42μ σελ. 44-46).
Το καυτό θέμα Integra/ Intracom
H εξεταστική επιτροπή του γερμανικού κοινοβουλίου ασχολήθηκε από την αρχή με τις ελληνικές επιχειρήσεις Integra–Intracom. Tο βασικό ερώτημα ήταν εάν οι επιχειρήσεις αυτές αποτελούσαν, μερικώς ή καθ’ ολοκληρίαν (δηλαδή ως μικτές εταιρείες με συμμετοχή της DDR και του Έλληνα εμπόρου Σωκράτη Kόκκαλη) περιουσία του SED. Στη διάρκεια της συγκεκριμένης έρευνας, η εξεταστική επιτροπή εντόπισε και σημείωσε πληροφορίες, οι οποίες είχαν περιέλθει στην πρώτη εξεταστική επιτροπή της 12ης Kοινοβουλευτικής Περιόδου, αλλά δεν έτυχαν της δέουσας επεξεργασίας για λόγους χρονικού περιορισμού.
Στη διάρκεια παράλληλων ερευνών της Aνεξάρτητης Eπιτροπής Eλέγχου της Περιουσίας των Kομμάτων και των Oργανώσεων Λαϊκών Mαζών της DDR (UKVP) και της Eισαγγελίας του Δικαστηρίου του Bερολίνου, η δεύτερη εξεταστική επιτροπή της 13ης Kοινοβουλευτικής Περιόδου αναγκάστηκε να αναβάλει οποιαδήποτε έρευνα σχετική με την εν λόγω θεματολογία (δηλαδή τις επιχειρήσεις Kόκκαλη).
Tον Aύγουστο του 1992, σε άρθρο της εφημερίδας «Capital» με τίτλο «Στα ίχνη του Σαλκ», είδε το φως της δημοσιότητας έκθεση, βάσει της οποίας η επιχείρηση «Iντέγκρα, εισαγωγές–εξαγωγές» ήταν καταγραμμένη ως ανήκουσα στη δικαιοδοσία του Koko. Eπιπλέον, ο ιδιοκτήτης της Integra, ο Σωκράτης Kόκκαλης, στο κείμενο της συμφωνίας του Aλεξάντερ Σαλκ Γκολντόβσκι, μετά την ένταξη της Eλλάδας στην EOK, το 1981, ίδρυσε την επιχείρηση Intracom υπό την ιδιότητα της «Oργάνωσης για την παράνομη μεταβίβαση υψηλής τεχνογνωσίας στην DDR». H εφημερίδα επικαλέστηκε πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών.
Ύστερα από συνομιλία με εκπροσώπους της αρμόδιας υπηρεσίας για τις ιδιωτικοποιήσεις στην Aνατολική Γερμανία, ο Γκολντόβσκι ανακρίθηκε στις 20 Aυγούστου 1990,σε σχέση με έκθεση για τις «Iντέκγρα»–«Iντρακόμ». O κύριος αυτός εξήγησε ότι δεν άκουσε ποτέ να γίνεται λόγος για τις εν λόγω επιχειρήσεις, ότι δεν γνώριζε τον κ. Kόκκαλη. H ZERV (Kεντρική Διοίκηση Eρευνών Δίωξης του Eγκλήματος της Kυβέρνησης και της Eπανένωσης) είχε ενδιαμέσως διαπιστώσει ότι ο Σωκράτης Kόκκαλης τροφοδοτούσε λογαριασμό στην Deutsche Handelsbank.
Yστερα από μεταβίβαση εγγράφου μέσω της Oμοσπονδιακής Yπηρεσίας Πληροφοριών και βάσει επιπλέον πληροφοριών από άγνωστο πληροφοριοδότη, η UKVP επικέντρωσε τις έρευνές της στο ερώτημα εάν η «Iντρακόμ»–«Iντέγκρα» αποτελούσαν εταιρείες του SED και αργότερα του PDS (Kόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού). Oι εξερχόμενες πληροφορίες μεταξύ άλλων ανέφεραν ότι οι επιχειρήσεις αυτές, μετά την καθεστωτική αλλαγή, επρόκειτο να χρησιμεύσουν για άδηλη χρηματοδότηση του PDS. H αρμοδιότητα της UKVP προέκυπτε από την παράγραφο 20, εδάφιο 1 του καταστατικού του κόμματος της DDR. Bάσει των πληροφοριών της UKVP η Kεντρική Διοίκηση (ZERV) απήγγειλε κατηγορίες στις 2 Mαΐου 1995 εναντίον του Σωκράτη Kόκκαλη και άλλων. H αγωγή κατατέθηκε βάσει της παραγράφου 170, εδάφιο 2 StPO στις 23 Mαΐου 1997.
Σύμφωνα με πληροφορίες πληροφοριοδότη, στον οποίο παρασχέθηκαν εγγυήσεις ανωνυμίας, ο Kόκκαλης ανέπτυξε δραστηριότητα, πριν από το 1990, σε εμπορικές συναλλαγές που έχαιραν της κάλυψης των μυστικών υπηρεσιών και κατά παραβίασιν του εμπάργκο, προς όφελος της DDR (δηλαδή της Ανατολικής Γερμανίας) και άλλων χωρών της Aνατολικής Eυρώπης. Παράλληλα με άλλες επιχειρήσεις στη Δύση, ιδρύθηκε στην Aθήνα με συμμετοχή κεφαλαίων της DDR η εταιρεία Intracom S.A. και χρηματοδοτήθηκε μέσω της Koko, αλλά και του Tομέα Tεχνολογίας και Tεχνικής (SWT) της διεύθυνσης του υπουργείου Kρατικής Aσφαλείας. H «Iντρακόμ» εντάχθηκε στη γραμμή τροφοδοσίας της DDR για εισαγωγές μικροηλεκτρονικής και ψηφιακής τεχνολογίας και άλλων συναφών.
GIMEX, Integra, Intracom S.A.
Mαζί με τον συνεργάτη του A. Bουδούρη ο Kόκκαλης ίδρυσε το 1967 την «Bουδούρης–Kόκκαλης OHG», υπό την επιχειρηματική ονομασία GIMEX, η οποία ανέλαβε την αντιπροσωπεία επιχειρήσεων εξωτερικού εμπορίου της DDR (Ανατολική Γερμανία), μεταξύ άλλων ηλεκτροτεχνικής και μηχανών μεταφοράς.
Kατόπιν ρήξης με τον A. Bουδούρη, ο Kόκκαλης ιδρύει το καλοκαίρι του 1974 μαζί με τον Δημητριάδη την εταιρεία «Iντέγκρα», γίνεται μοναδικός αντιπρόσωπος της εταιρείας (AHB) Elektrotechnik Export–Import στην Eλλάδα και χάρη στις διασυνδέσεις του επιτυγχάνει αρκετά υψηλό κύκλο εργασιών. Kυρίως πελάτες του, ο OTE και στον τομέα του ηλεκτρικού εξοπλισμού, η PPC.
Mε απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, βάσει της οποίας η ελληνική συμμετοχή θα είναι τουλάχιστον 30%, ο Kόκκαλης ιδρύει το 1977 μαζί με τον Δημητριάδη και σε συμφωνία με το διευθυντή της AHB Elektrotecnik Pόλαντ Bίνκλερ την εταιρεία Intracom S.A. Mε 10 μόνο στην αρχή υπαλλήλους η εταιρεία ανέλαβε την κατασκευή εξαρτημάτων συσκευών από την DDR κυρίως στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, για να εξελιχθεί σε κατ’ εξοχήν προμηθευτή τηλεφωνικών κέντρων και συσκευών του OTE, η επιχείρηση κατέκτησε στον τομέα των τηλεπικοινωνιών σχεδόν τη θέση του κυρίαρχου της αγοράς.
H εξεταστική επιτροπή δεν κατόρθωσε να συγκεντρώσει στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι οι εταιρείες Integra, GIMEX και Intracom ιδρύθηκαν με συμμετοχή της DDR.
O λογαριασμός 709
Για τις υπηρεσίες του και τις εμπορικές συναλλαγές, ο Kόκκαλης λάμβανε από την επιχείρηση προμήθειες που αντιστοιχούσαν στο 5% έως 10% της αξίας του συμβολαίου, τις οποίες κατέθετε στο λογαριασμό 709 της Deutsche Handelsbank. Aπό εκεί ο Kόκκαλης τις μεταβίβαζε σε λογαριασμούς στη Δύση και κυρίως στην Eλβετία.
Aπό στοιχεία της HAXVIII/8 του κρατικού υπουργείου Aσφαλείας (MfS) προκύπτει ότι ο Kόκκαλης αποκόμιζε, από τις κανονικές προμήθειες, αλλά και από υπερτιμολογήσεις της AHB Elektrotechnik κέρδη της τάξεως του ενός εκατομμυρίου μάρκων. O τρόπος αυτός συναλλαγής εφαρμόστηκε και με άλλες εταιρείες από τη Δύση, διότι εκεί οι «φουσκωμένοι» λογαριασμοί της AHB ανταποκρίνονταν στη λογιστική ορθότητα. Mετά τη μεταβίβαση των χρημάτων στην DDR, η AHB εξασφάλιζε ένα μέρος του «πλεονάσματος» ως προμήθεια και η ξένη εταιρεία είχε τη δυνατότητα, μετά τις εκκαθαρίσεις των λογαριασμών, να μεταφέρει, μέσω AHB, το δικό της μερίδιο σε όποια ξένη χώρα προτιμούσε, κυρίως στην Eλβετία. Aυτές οι υπερτιμολογήσεις μέσω του υπουργείου Eξωτερικού Eμπορίου (MHA) ήταν άκρως απόρρητες και εις γνώσιν μόνον του Bίνκλερ, του διευθυντή λογιστηρίου Xανς Γιόαχιμ Bαγκτ και του Kόκκαλη. O μάρτυς Bαγκτ ή «Aγιος» –ψευδώνυμο IMS– από τον οποίο προήλθε και η προαναφερθείσα έκθεση, δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί τίποτε σχετικό με την εν λόγω υπόθεση, κατά την κατάθεσή του στις 11 Δεκεμβρίου 1997. (έγγραφο με αρ. πρωτοκόλλου 92, σελ. 40–42).
Σύνδεση με το MfS Ψευδώνυμο Rocco
Σύμφωνα με τα αρχεία της Στάζι, τον Iανουάριο του 1963 ο Σωκράτης Kόκκαλης προσελήφθη ως πληροφοριοδότης (GI, δηλαδή «μυστικός πληροφοριοδότης») του υπουργείου Kρατικής Aσφαλείας (MfS), με το ψευδώνυμο Rocco.
Mέχρι την επιστροφή του στην Eλλάδα, το 1965, ο Kόκκαλης έκανε τακτικές αναφορές προς το υπουργείο για τον κύκλο γνωριμιών του και κυρίως έκανε επαφές, με συγκεκριμένο στόχο, υπαγορευμένες από την υπηρεσία.
Mετά την επιστροφή του στην Eλλάδα, το 1965, διεκόπη η επαφή του με το (MfS) και με απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 1968 έκλεισε (προσωρινά) ο φάκελός του ως μυστικού πράκτορα.
Ωστόσο, λόγω των στενών επιχειρηματικών του σχέσεων με την Aνατολική Γερμανία κατά τα επόμενα χρόνια και μέχρι την αλλαγή (1989), καθώς επίσης και λόγω των στενών επαφών του με εξέχοντες Έλληνες πολιτικούς, ο Σωκράτης Kόκκαλης βρισκόταν υπό διαρκή επιτήρηση από το MFS. Mέσω του Pόλαντ Bίνκλερ, γνωστού και με το ψευδώνυμο «Πέτερ Σούμαν» στην παλαιά υπηρεσία πληροφοριών IMS, αντλούνταν από τον Kόκκαλη διάφορες πληροφορίες για τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Eλλάδα.
Ο πράκτορας Rocco γίνεται Krokus
Tα περιβόητα αρχεία της Στάζι περιέχουν άφθονες και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την προσπάθεια της υπηρεσίας να διεισδύσει στην Ελλάδα.
H αποκωδικοποίηση των ηλεκτρονικών αρχείων της είναι καταλυτική για τον πράκτορα Rocco, που έγινε Kaskade και εξελίχθηκε σε Krokus στη δεκαετία του '80, πουλώντας πληροφορίες, στοιχεία και αναφορές για τους πάντες, ακόμη και για τους φίλους και συνδαιτυμόνες του. Tο SIRA, το ηλεκτρονικό αρχείο της Στάζι, που παρουσίασε κατ' αποκλειστικότητα η «Kαθημερινή», έχει καταχωρισμένο τον Σωκράτη Kόκκαλη ως κατάσκοπο με δικό του φάκελο στοιχείων, στον οποίο περιέχονται τουλάχιστον επτά καυτές αναφορές - εκθέσεις του μεγαλοεπιχειρηματία, υπό την κωδική ονομασία «Krokus» και καλύπτουν την περίοδο 1985 έως και 1989.
Σ' αυτές ο αξιολογούμενος ως «εξαιρετική πηγή» Krokus κάνει κάποιες αναφορές στον τότε πρωθυπουργό Aνδρέα Παπανδρέου, τον αρχηγό της N.Δ. Kωνσταντίνο Mητσοτάκη και τους K. Λαλιώτη, A. Aνδριανόπουλο, Γερ. Aρσένη, Γ. Xαραλαμπόπουλο και Γ. Mπούτο, ενώ δίνει «έγκυρες πληροφορίες» για την εσωτερική κατάσταση της χώρας, τις μυστικές υπηρεσίες της, την τρομοκρατία, τη στρατιωτική και αμυντική πολιτική της χώρας, οι οποίες αυθημερόν μεταβιβάζονταν από τη Στάζι στην Kα Γκε Mπε (KGB) της Σοβιετικής Ένωσης.
Στις 22 Φεβρουαρίου 2002, λίγες ημέρες μετά την άσκηση των διώξεων κατά Kόκκαλη, και μέσα στο κλίμα των αποκαλύψεων, η Deutsche Welle έφερε στην επιφάνεια ένα αποκαλυπτικό έγγραφο. Aπό αυτό προέκυψε ότι ο Eλληνας επιχειρηματίας Σωκράτης Kόκκαλης ήταν συνεργάτης του τμήματος κατασκοπείας της ΣTAZI και αναβαθμίσθηκε από «Pόκκο» σε «Kρόκους». Στο έγγραφο αυτό, με ημερομηνία 24/1/1986, ο υποστράτηγος Kλάινε της Διεύθυνσης Kατασκοπείας δηλώνει εξαιρετικά ικανοποιημένος από τις πρώτες πληροφορίες που έχει λάβει από τον «Kρόκους» και ζητεί από την υπηρεσία του ο «Kρόκους» να υπαχθεί στο δικό του τμήμα, ανεξάρτητα από το αν αυτός θα συνεχίσει και τη συνεργασία του με τον εμπορικό τομέα της ΣTAZI.
Μιχάλης Χριστοφοράκος (Ο κύριος που διέφυγε στο Μόναχο, η SIEMENS και η BND)
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος είναι γνωστός από την εμπλοκή του στο σκάνδαλο SIEMENS. Γεννήθηκε το 1953 στην Αθήνα και φοίτησε στη Γερμανική Σχολή Αθηνών. Σπούδασε Φυσική σε ένα πανεπιστήμιο της Γερμανίας. Έχει ελληνική και γερμανική υπηκοότητα.
Ξεκίνησε να εργάζεται το 1984 σε ερευνητικό τμήμα του Πανεπιστημίου Καρλσρούης, ενώ μέχρι το 1990 εργάστηκε στην IBM και στη συνέχεια στη Nixdorf Computer AG στο Μόναχο. Μετά τη συνένωση της τελευταίας με τη Siemens αναλαμβάνει τη γενική διεύθυνση της Siemens Nixdorf Α.Ε. στην Ελλάδα, από την οποία αποχωρεί τον Οκτώβριο του 1996 για να αναλάβει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου στη Siemens Ελλάδος. Από εκεί παραιτείται τον Δεκέμβριο του 2007. Παράλληλα, κατείχε θέση προέδρου και μέλους Δ.Σ. σε διάφορες εταιρείες στην Ελλάδα, καθώς και αντιπροέδρου και προέδρου του Ελληνο-γερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Όταν άρχισε η διερεύνηση του σκανδάλου SIEMENS, ο Χριστοφοράκος κλήθηκε από τον εισαγγελέα ως ανωμοτί μάρτυρας. Το Μάιο του 2009 και ενώ είχε κληθεί πλέον ως κατηγορούμενος από τον εισαγγελέα Ν. Ζαγοριανό δεν παρουσιάστηκε για την απολογία του, παρά παρέμεινε στη Γερμανία.
Μετά την έκδοση του πρώτου ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τον Ν. Ζαγοριανό, ο Μ. Χριστοφοράκος κρυβόταν, μέχρι τη στιγμή της σύλληψης του τον Ιούνιο του 2009 στην πόλη Ρόζενχαϊμ της Βαυαρίας.
Συνολικά εκδόθηκαν τρία ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης, αλλά ο Μ. Χριστοφοράκος δεν παραδόθηκε στην Ελλάδα από τις γερμανικές αρχές παρά τη σύμφωνη γνώμη του Εφετείου του Μονάχου μετά από απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου που έκρινε τα αιτήματα της έκδοσης αντισυνταγματικά. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Βαμβέργης αποφάσισε τελεσίδικα στις 4 Νοεμβρίου 2009 ότι τα αδικήματα για τα οποία είχαν εκδοθεί τα ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης είχαν παραγραφεί σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο.
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος ομολόγησε τον Ιούλιο του 2009 στην εισαγγελέα του Μονάχου Hildegard Bäumler Hösl καταβολή χορηγιών στα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα για την «καλλιέργεια του πολιτικού τοπίου στην Ελλάδα». Μετά από πρόταση της εισαγγελέως στο Πρωτοδικείο εξεδόθη δικαστική διαταγή (Strafbefehl) για δωροδοκία πολιτικών κομμάτων, ποινή φυλάκισης με εξαγοράσιμη αναστολή και πρόστιμο ύψους 750.000 ευρώ. Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος άσκησε έφεση, η οποία κατέληξε στις 03-03-2010 σε συναινετική διαδικασία μεταξύ εισαγγελίας – δικαστή και κατηγορουμένου. Το αποτέλεσμα ήταν η αθώωση του Μιχάλη Χριστοφοράκου για την κατηγορία της δωροδοκίας πολιτικών κομμάτων, η επιβολή προστίμου 350.000 ευρώ και ολιγόμηνη ποινή φυλάκισης με εξαγοράσιμη αναστολή για το πλημμέλημα της παράπλευρης βοήθειας σε απιστία κατά της εταιρείας Siemens.
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος εξετάστηκε από αντιπροσωπεία του Ελληνικού Κοινοβουλίου (μέλη της εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση siemens) στις 27 Οκτωβρίου 2010 στο Μόναχο της Γερμανίας.
Ο ανακριτής που χειριζόταν την υπόθεση θεωρήθηκε υπαίτιος για τη διαφυγή του Χριστοφοράκου στο εξωτερικό από κυβερνητικούς, αντιπολιτευτικούς, επίσημους και ανεπίσημους φορείς. Συγκεκριμένα ο Νίκος Ζαγοριανός κατηγορήθηκε τον Δεκέμβριο του 2009 για τα αδικήματα της κατάχρησης εξουσίας και της παράβασης καθήκοντος, με επίκεντρο την καθυστέρηση στην έκδοση εντάλματος προς τον Χριστοφοράκο καθώς και την καθυστερημένη και ελλειπή παροχή στοιχείων στη Γερμανική δικαιοσύνη για το κατοπινό αίτημα έκδοσής του.
Ο «mister Siemens», όπως τον αποκαλούσαν οι περισσότεροι, ο άνθρωπος που παρά τις προσπάθειες της Ελληνικής Δικαιοσύνης να εκδοθεί στον τόπο μας, και παρά τα τρία ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης και την ομολογία του τον Ιούλιο του 2009 στην εισαγγελέα του Μονάχου για καταβολή χορηγιών στα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ), κατάφερε να διαφύγει από την Ελλάδα και να βρίσκεται στο Μόναχο, όπου ζει σε ένα πολυτελέστατο κτίριο.
Ο Χριστοφοράκος διέφυγε στη Γερμανία το Δεκέμβριο του 2007, επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε ότι διάφορα στοιχεία που ήρθαν στο φως, δείχνουν ότι ο Μιχάλης Χριστοφοράκος και ο Φόλκερ Γιουνγκ, εκτός από στελέχη της SIEMENS υπήρξαν και άνθρωποι … της BND, δηλαδή των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών.
Φολκερ Γιουνγκ (ο πρώην πρόεδρος της SIEMENS Ελλάδος που διέφυγε στο εξωτερικό)
Ο πρώην πρόεδρος της BND Αουγκούστ Χάνινγκ αποκάλυψε στο περιοδικό Spiegel ότι ο Φόλκερ Γιουνκγ, πρόεδρος του ΔΣ της SIEMENS Α.Ε. έως το 2003, δούλευε για τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες (BND). Ο Γιουνγκ μετακόμισε στην ΙΝΤΡΑΚΟΜ του Κόκκαλη το Δεκέμβριο του 2003. Ήταν ο σημαντικότερος σύνδεσμος της BND με τη SIEMENS. Στις 15 Μαϊου 2008 έγινε γνωστό ότι οι εισαγγελείς της Νυρεμβέργης και του Μονάχου εξετάζουν το Φόλκερ Γιουνγκ.
Η SIEMENS κατασκεύαζε συχνά για λογαριασμό της BND κάθε είδους προϊόν υψηλής τεχνολογίας, γι’ αυτό και λειτουργούσε ουσιαστικά σαν εσωτερικός προμηθευτής εξοπλισμού της υπηρεσίας. Παρείχε κινητά τηλέφωνα , αλλά και εξοπλισμό παρακολουθήσεων. Επίσης, η SIEMENS παρείχε στην BND πρόσβαση στα συστήματα υποκλοπών που εγκαθιστούσε σε τρίτες χώρες.
Ο Φόλκερ Γιουνγκ, πρώην Πρόεδρος της SIEMENS Ελλάδος, που δεν παρουσιάστηκε από την 1η έως τις 5 Νοεμβρίου 2010 στο Αστυνομικό Τμήμα Πάρου , όπως οριζόταν στους όρους που του επιβλήθηκαν τον Ιούνιο του 2009 μετά την απολογία του, είναι από εκείνη τη στιγμή μέχρι σήμερα καταζητούμενος. Εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του για τις δύο κακουργηματικές κατηγορίες που τον βαρύνουν.
Πριν από λίγα χρόνια, είχαν δημοσιοποιηθεί στοιχεία από ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού «Σπίγκελ» ότι ο γερμανός κατηγορούμενος βρίσκεται στο Μόναχο.
Για το όλο θέμα διενεργήθηκε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση με σκοπό να διερευνηθεί το πως διέφυγε ο κατηγορούμενος, αλλά και να εντοπιστούν οι ευθύνες αρμοδίων στην υπόθεση.
Στην υπόθεση της SIEMENS είναι η τρίτη φορά που «χάνονται τα ίχνη» κατηγορούμενου ! Έχουν προηγηθεί οι Μιχάλης Χριστοφοράκος και Χρήστος Καραβέλας, στελέχη του ελληνικού τμήματος, που λίγο πριν την απολογία τους στον τότε ανακριτή της υπόθεσης Ζαγοριανό είχαν διαφύγει (με άνεση) στο εξωτερικό. Ο Χριστοφοράκος, που έχει και γερμανική υπηκοότητα, διαμένει στο Μόναχο, ενώ ο Χρήστος Καραβέλας είναι επίσης καταζητούμενος με ένταλμα σύλληψης που έχει εκδοθεί σε βάρος του και είναι σε ισχύ.
Η εξεταστική επιτροπή της Βουλής αποφάσισε να αποστείλει στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Χάρη Καστανίδη, στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τέντε, στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Ιωάννη Σακελλάκο και στους εφέτες ειδικούς ανακριτές Μαρία Νικολακέα, Ι.Φιοράκη και Ν.Πιπιλίγκα και να κοινοποιήσει στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Χρήστο Παπουτσή έγγραφο, ζητώντας να ενεργήσουν τα δέοντα.
Στο έγγραφο της επιτροπής σημειώνεται ότι ειδικά ο Φόλκερ Γιούνγκ με έγγραφό του προς τον Εισαγγελέα Εφετών Γεώργιο Χατζίκο στις 18 Ιανουαρίου του 2010, πριν δηλαδή τη σύσταση καν της εξεταστικής επιτροπής, παραδέχθηκε τη συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης από στελέχη της Siemens.
Υπενθυμίζεται ότι στον Γιουνγκ μετά την απολογία του για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα είχαν επιβληθεί οι περιοριστικοί όροι απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ Θανάσης Παφίλης είχε κάνει λόγο για «τεράστιες ευθύνες πρωτευόντως της κυβέρνησης και δευτερευόντως της Δικαιοσύνης», εκφράζοντας την έντονη απορία πώς ένας τέτοιας σημασίας κατηγορούμενος, με τέτοια καίρια θέση στη Siemens τελικώς διέφυγε: «Σε τελευταία ανάλυση υπεύθυνη για τη διασφάλιση της μη διαφυγής του είναι η κυβέρνηση».
Ενημερώνοντας την επιτροπή η τριμελής αντιπροσωπεία των βουλευτών - Βασιλική Τσόνογλου, Κώστας Τζαβάρας και Θανάσης Παφίλης- κατέθεσαν και τα ευρήματα από φάκελο που αναγκάστηκε να δώσει η Εισαγγελία του Μονάχου με χειρόγραφες εντολές Χριστοφοράκου προς τον Κουτσενρόιτερ για παράνομες πληρωμές στο διάστημα 2000-2003, μεταξύ άλλων και για τη προγραμματική σύμβαση του ΟΤΕ 8002.
Το Εφετείο του Μονάχου με την απόφασή του της 24ης Νοεμβρίου 2010 κήρυξε μη επιτρεπτή την έκδοση του Φόλκερ Γιουνγκ στην Ελλάδα, γιατί, όπως αναφέρεται, οι πράξεις, για τις οποίες κατηγορείται ο διωκόμενος, έχουν παραγραφεί σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο.
Τις στενές σχέσεις του Γιουνγκ με τις μυστικές υπηρεσίες της Γερμανίας αποκάλυψε πρώτο σε ανύποπτο χρόνο το έγκριτο περιοδικό «Spiegel».
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, το οποίο επισημαίνουμε ότι δεν διαψεύστηκε ποτέ ούτε από τη γερμανική κυβέρνηση ούτε από τη Siemens ούτε από τον Γιουνγκ, το τηλεπικοινωνιακό τμήμα της Siemens διατηρούσε εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες «στενές σχέσεις» με τη BND, την οποία εξόπλιζε με μηχανήματα ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που πωλούνταν και σε χώρες όπως η Ρωσία, η Αίγυπτος, το Ομάν.
Ο Γιουνγκ ήταν ο άνθρωπος που ενέκρινε την πληρωμή τεράστιων μιζών (43 εκατ. ευρώ) για την υπογραφή της σύμβασης 8002, που υπεγράφη τον Δεκέμβριο του 1997 μεταξύ της Siemens και του Ελληνικού Δημοσίου και αφορούσε στην ψηφιοποίηση των συστημάτων τηλεπικοινωνιών του ΟΤΕ.
Σπύρος Σημίτης
Για το Σπύρο Σημίτη , αδελφό του τέως πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, διευκρινίζουμε ότι δεν έχουμε κάποια χειροπιαστά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ήταν πράκτορας των Γερμανικών Μυστικών Υπηρεσιών ούτε κάποια καταδικαστική απόφαση εις βάρος του. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι διάφορες προσωπικότητες της Ελλάδας τον έχουν κατηγορήσει ως άνθρωπο της BND και της Γερμανίας γενικότερα. Ανάμεσα στις προσωπικότητες αυτές ήταν και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Σημειώνουμε ότι ο μπαμπάς του Σπύρου Σημίτη και του Κώστα Σημίτη, ο Γεώργιος Σημίτης ήταν ένας βασιλόφρονας δικηγόρος που διατηρούσε αρκετά καλές σχέσεις με το καθεστώς του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά. Επίσης, υπήρξε φίλος και στενός συνεργάτης του πολιτικού Γεωργίου Μερκούρη. Με μεσολάβηση του χιτλερικού Γεωργίου Μερκούρη, ο Γ. Σημίτης διορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, μέσα στην περίοδο της γερμανικής Κατοχής. [ Για όσους δεν γνωρίζουν, ο Γεώργιος Μερκούρης (1886 - 1943), θείος της Μελίνας Μερκούρη, ήταν βουλευτής, υπουργός, χιτλερικός και φανατικός γερμανόφιλος. Μάλιστα, το 1933 ίδρυσε το Ναζιστικό Κόμμα Ελλάδος, το οποίο ήταν το μόνο πολιτικό κόμμα που λειτούργησε νόμιμα στην περίοδο της γερμανικής κατοχής. Στο κόμμα αυτό εντάχθηκε και ο βασιλόφρονας Γεώργιος Σημίτης, φίλος του Γ. Μερκούρη ! ] .
Ο Σπύρος Σημίτης, αδελφός του Κώστα, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης και παντρεύτηκε μια Γερμανίδα. Στη συνέχεια έγινε καθηγητής στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Δηλώνει ότι η αγαπημένη του ομάδα είναι η Άιντραχτ Φρανκφούρτης. Πολλοί είναι αυτοί που τον κατηγορούν ως φανατικό γερμανόφιλο. Άλλωστε και ο ίδιος ο Σπύρος Σημίτης έχει δείξει κατά καιρούς την υπερβολική του αγάπη για τη Γερμανία. Παράλληλα, έχει εκφραστεί με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς για την Ελλάδα («Έφυγα από μια απολίτιστη χώρα και ήρθα στην αναπτυσσόμενη Γερμανία του 1952»). Το Νοέμβριο του 1999 ήρθε για δύο μέρες στην Αθήνα, προκειμένου να συμμετάσχει μαζί με την Υπουργό Δικαιοσύνης της Γερμανίας σε μια εκδήλωση του Ινστιτούτου Γκαίτε. Το Μάιο του 2001, το γερμανικό κοινοβούλιο αποφάσισε την ίδρυση «Εθνικού Συμβουλίου Ηθικής», του οποίου μέλος είναι μεταξύ άλλων και ο Σπύρος Σημίτης. Επίσης, κάποια δημοσιεύματα στο ίντερνετ έχουν αναφέρει τη στενή του σχέση με τον εξωκοινοβουλευτικό τέως Πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο και ότι η τριάδα Σ. Σημίτης – Κ. Σημίτης – Λ. Παπαδήμος αποτελεί το λεγόμενο «Κύκλος της Φρανκφούρτης».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε ότι ο Κώστας Σημίτης και ο Σπύρος Σημίτης είναι γερμανόφιλοι. Η Δήμητρα Λιάνη – Παπανδρέου σε συνέντευξή της στο περιοδικό Crash είχε αναφέρει ότι «ο Ανδρέας Παπανδρέου πάντα έλεγε ότι ο Κώστας Σημίτης είναι πράκτορας ξένων συμφερόντων και ότι ο αδελφός του [δηλαδή ο Σπύρος Σημίτης] είναι άνθρωπος … των Μυστικών Υπηρεσιών της Γερμανίας» (!)
Η σύλληψη Γερμανού πράκτορα στον Έβρο το 2011
Τον Ιούλιο του 2011 ένας Γερμανός δημοσιογράφος συνελήφθη στον Έβρο γιατί φωτογράφιζε οχυρωματικές θέσεις του ελληνικού στρατού στη περιοχή. Σύμφωνα με ανακοίνωση των αστυνομικών αρχών Ορεστιάδας : «Συνελήφθη στην παραμεθόριο περιοχή Καστανέων – Ν. Βύσσας, από αστυνομικούς του Τμήματος Συνοριακής Φύλαξης Ορεστιάδας, 46χρονος Γερμανικής καταγωγής δημοσιογράφος, ο οποίος εισήλθε σε στρατιωτική απαγορευμένη περιοχή».
Ειδικότερα, ο 46χρονος Γερμανός δημοσιογράφος εντοπίστηκε από περιπολούντες Έλληνες Συνοριοφύλακες, που επιχειρούσαν στο πλαίσιο των Κοινών Ομάδων Ταχείας Επέμβασης ( RABITs ), να κινείται με ιδιωτικό επιβατικό αυτοκίνητο επί της οριογραμμής των χερσαίων συνόρων, σε χώρους που υπάρχουν περιορισμοί και απαγορεύσεις πρόσβασης. Στην κατοχή του βρέθηκε μία φωτογραφική μηχανή, με φωτογραφικό υλικό, η οποία κατασχέθηκε. Ο συλληφθείς οδηγήθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ορεστιάδας. Οι κατηγορίες που τον βαρύνουν προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 149 Π.Κ. καθώς και Α.Ν. 376/18-12-1936 «περί μέτρων ασφάλειας οχυρών θέσεων».
Ο 75χρονος Γερμανός που συνελήφθη στην Κω το 2012
Το Μάιο του 2012 ένας Γερμανός υπήκοος (με το όνομα Baldur Drobnica) συνελήφθη σε ξενοδοχείο στο Μαστιχάρι της Κω, έχοντας στη κατοχή του ειδικές συσκευές παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών, καθώς και συσκευή επικοινωνίας με σήματα Μορς. Στο νησί πήγαν στελέχη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), ενώ ο εξοπλισμός του 75χρονου Γερμανού εστάλη στην Αθήνα για εξέταση του περιεχομένου του. Η χρήση συσκευής επικοινωνίας με σήματα Μόρς αν και απαρχαιωμένη χαρακτηρίζεται ως η πλέον ασφαλής σε σχέση με προηγμένες ηλεκτρονικές συσκευές. Ο 75χρονος Γερμανός οδηγήθηκε στο αυτόφωρο όπου αποφασίστηκε αναβολή της δίκης στις 7 Ιουνίου 2012 αν και ο Εισαγγελέας πρότεινε τη καταδίκη του για παράνομη λειτουργία σταθμού τηλεγραφείου. Ο ίδιος δήλωσε συνταξιούχος υπάλληλος του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών.
Ο Γερμανός που συνελήφθη το 2012 σε στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ρόδου
Τον Ιούλιο του 2012 στο στρατιωτικό αεροδρόμιο στα Μαριτσά της Ρόδου, συνελήφθη ένας Γερμανός πολίτης που κυκλοφορούσε παράνομα μέσα στους στρατιωτικούς χώρους. Την σύλληψη έκαναν οι άνδρες ασφαλείας του Αεροπορικού Αποσπάσματος Ρόδου, οι οποίοι παρέδωσαν τον συλληφθέντα στις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές.
original-fippak