Για ποιο λόγο οι Γεωργιανοί έστειλαν τα στρατεύματά τους στο Τσκινβάλι, ενώ στάθμευαν εκεί οι ρωσικές δυνάμεις με εντολή του ΟΗΕ;
Του ειδικού απεσταλμένου μας VICKEN CHETERIAN*
Ενα τεράστιο άγαλμα του Ιωσήφ Στάλιν δεσπόζει στο κέντρο του Γκόρι, στη Γεωργία, γενέτειρα πόλη του πρώην ηγέτη της ΕΣΣΔ. Λίγο πιο κάτω, η παλιά αίθουσα ενός δημοτικού σχολείου στεγάζει τη Νανά Μπερουασβίλι, 46 ετών και τα δύο παιδιά της, καθώς και τέσσερις ακόμα εκτοπισμένες οικογένειες. Τη χωρίζουν μόλις μερικά χιλιόμετρα από το Ερεντβι, απ' όπου κατάγεται στη Ν. Οσετία. Πολύ κοντά στο Τσκινβάλι, την πρωτεύουσα της περιοχής.
Δύο ημέρες μετά την έναρξη των μαχών, η Μπερουασβίλι εγκατέλειψε την περιοχή. Σήμερα, δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει. Το σπίτι της έχει καταστραφεί. «Οι Οσέτιοι μού ζητούν να βγάλω ρωσικό διαβατήριο εάν θέλω να επιστρέψω», εξηγεί. «Κανένας στο χωριό μας, όμως, δεν μπορεί να δεχτεί κάτι τέτοιο. Είμαστε Γεωργιανοί!».
Ωστόσο, η Μπερουασβίλι δεν αισθάνεται κανένα μίσος για τους Οσέτιους και η ποιότητα των σχέσεών της με τους κατοίκους των γειτονικών χωριών το αποδεικνύει.
Στις 5 Αυγούστου 2008, δύο ημέρες πριν από την έναρξη του πολέμου, πήγε για τελευταία φορά στην αγορά του Τσκινβάλι, όπου πούλησε σαλάτες και ντομάτες και ύστερα έκανε μερικά ψώνια προτού ξαναπάρει το δρόμο για το Ερεντβι.
Αν και το χωριό της, που βρισκόταν υπό τον έλεγχο της γεωργιανής αστυνομίας, περιβαλλόταν από οσέτιους πληθυσμούς, η κατάσταση ήταν ήρεμη ώς την αποφράδα ημέρα. Παρά τα βάσανα και τις καταστροφές που υπέστη, η Μπερουασβίλι διαβεβαιώνει ότι οι Οσέτιοι είναι «καλοί άνθρωποι», οι οποίοι ζητούν ένα και μόνον πράγμα: την ειρήνη και την ασφάλεια.
Θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια ισχυρή έχθρα όσον αφορά τους Οσέτιους ή τους Ρώσους στη Γεωργία. Κι όμως, στους δρόμους της Τιφλίδας, στην πρωτεύουσα της χώρας, ακούει κανείς να μιλούν ακόμη ρωσικά, κυρίως στις συνοικίες με υψηλή συγκέντρωση μειονοτήτων, όπου η ρώσικη γλώσσα παραμένει κυρίαρχη μεταξύ των κατοίκων.
Παρ' όλο που, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της σοβιετικής εποχής, η εθνική κινητικότητα και οι ενδοκοινοτικές εντάσεις δημιουργούσαν αντιπαραθέσεις και πολέμους, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στη Νότια Οσετία, σήμερα πλέον δεν υφίσταται κανένα πρόβλημα τέτοιου είδους στη Γεωργία.
Πρόκειται για μια διαφορετικής φύσεως σύγκρουση, η οποία αφορά τα τακτικά στρατεύματα υπό τις διαταγές των ηγετών τους. Επομένως, το ερώτημα «Ποιος πυροδότησε την έναρξη του πολέμου;» Δεν έχει ακόμη βρει καθαρή απάντηση.
Ο πόλεμος, λοιπόν, των πέντε ημερών, που ξεκίνησε στις 7 Αυγούστου του 2008, παραμένει αίνιγμα. Για ποιο λόγο οι Γεωργιανοί έστειλαν τα στρατεύματά τους στο Τσκινβάλι, ενώ στάθμευαν εκεί οι ρωσικές δυνάμεις με εντολή του ΟΗΕ; Για ποιο λόγο οι δυτικές χώρες, και κυρίως οι ΗΠΑ, δεν έκαναν καθετί δυνατό προκειμένου να εμποδίσουν την πιθανή καταστροφή της συμμάχου τους, με κίνδυνο να υποβαθμίσουν για μια ακόμη φορά το διεθνές τους ανάστημα;
Σχέδια επί χάρτου
Το 2004 και το 2006, οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν στην εισβολή της Γεωργίας στη Νότια Οσετία, με κύρια συνέπεια την απομάκρυνση του γεωργιανού υπουργού Αμυνας Ηρακλή Οκρουασβίλι, ενός πολεμοχαρή που είχε υποσχεθεί στους οπαδούς του ότι θα γιόρταζε τη νέα χρονιά το 2007 στο Τσκινβάλι.
Ο Αλεξάντερ Λομάια, γεωργιανός σύμβουλος για την εθνική ασφάλεια και στενός συνεργάτης του γεωργιανού προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι,(1) υποστηρίζει ότι τα μέσα ενημέρωσης της Δύσης έσφαλαν αφήνοντας να ακουστεί προς τα έξω ότι η Γεωργία είχε προκαλέσει τη σύγκρουση: «Ο πόλεμος δεν είχε ως στόχο να "προστατέψει τους ρώσους πολίτες" [όπως ισχυρίστηκαν οι ρώσοι ηγέτες]. Δεν είχε σε τίποτα να κάνει με τη Νότια Οσετία, ούτε καν με τη Γεωργία. Είναι η Ρωσία εκείνη που θέλει να επιβληθεί και να επανασχεδιάσει μονόπλευρα το χάρτη της Ευρώπης».
Σύμφωνα με τον ίδιο και παρά τις κακές διμερείς σχέσεις, οι γεωργιανοί ηγέτες ήταν διατεθειμένοι να συζητήσουν με τη Μόσχα: «Δώσαμε ξεκάθαρα στους ρώσους εταίρους μας να καταλάβουν ότι ήμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε σε όλα, εκτός από την εθνική κυριαρχία και ακεραιότητα».
Ο Λομάια επιμένει σε αυτό που εφεξής έγινε η επίσημη θέση της Τιφλίδας: οι μαζικές κινήσεις ρωσικών στρατευμάτων τη νύχτα της 7ης Αυγούστου (πάνω από 150.000 στρατιωτικά φορτηγά που διέσχισαν τα ρωσικά βουνά του Καυκάσου από τη σήραγγα του Ρόλσκι με κατεύθυνση προς τη Νότια Οσετία) ήταν εκείνες που ανάγκασαν τη Γεωργία να αντιδράσει προκειμένου να προστατεύσει το έδαφός της.(2)
Η σειρά των γεγονότων, όπως παρουσιάστηκε από τα μέσα ενημέρωσης, δεν συνεπικουρεί τη γεωργιανή θέση της αυτοάμυνας.
Του ειδικού απεσταλμένου μας VICKEN CHETERIAN*
Ενα τεράστιο άγαλμα του Ιωσήφ Στάλιν δεσπόζει στο κέντρο του Γκόρι, στη Γεωργία, γενέτειρα πόλη του πρώην ηγέτη της ΕΣΣΔ. Λίγο πιο κάτω, η παλιά αίθουσα ενός δημοτικού σχολείου στεγάζει τη Νανά Μπερουασβίλι, 46 ετών και τα δύο παιδιά της, καθώς και τέσσερις ακόμα εκτοπισμένες οικογένειες. Τη χωρίζουν μόλις μερικά χιλιόμετρα από το Ερεντβι, απ' όπου κατάγεται στη Ν. Οσετία. Πολύ κοντά στο Τσκινβάλι, την πρωτεύουσα της περιοχής.
Δύο ημέρες μετά την έναρξη των μαχών, η Μπερουασβίλι εγκατέλειψε την περιοχή. Σήμερα, δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει. Το σπίτι της έχει καταστραφεί. «Οι Οσέτιοι μού ζητούν να βγάλω ρωσικό διαβατήριο εάν θέλω να επιστρέψω», εξηγεί. «Κανένας στο χωριό μας, όμως, δεν μπορεί να δεχτεί κάτι τέτοιο. Είμαστε Γεωργιανοί!».
Ωστόσο, η Μπερουασβίλι δεν αισθάνεται κανένα μίσος για τους Οσέτιους και η ποιότητα των σχέσεών της με τους κατοίκους των γειτονικών χωριών το αποδεικνύει.
Στις 5 Αυγούστου 2008, δύο ημέρες πριν από την έναρξη του πολέμου, πήγε για τελευταία φορά στην αγορά του Τσκινβάλι, όπου πούλησε σαλάτες και ντομάτες και ύστερα έκανε μερικά ψώνια προτού ξαναπάρει το δρόμο για το Ερεντβι.
Αν και το χωριό της, που βρισκόταν υπό τον έλεγχο της γεωργιανής αστυνομίας, περιβαλλόταν από οσέτιους πληθυσμούς, η κατάσταση ήταν ήρεμη ώς την αποφράδα ημέρα. Παρά τα βάσανα και τις καταστροφές που υπέστη, η Μπερουασβίλι διαβεβαιώνει ότι οι Οσέτιοι είναι «καλοί άνθρωποι», οι οποίοι ζητούν ένα και μόνον πράγμα: την ειρήνη και την ασφάλεια.
Θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια ισχυρή έχθρα όσον αφορά τους Οσέτιους ή τους Ρώσους στη Γεωργία. Κι όμως, στους δρόμους της Τιφλίδας, στην πρωτεύουσα της χώρας, ακούει κανείς να μιλούν ακόμη ρωσικά, κυρίως στις συνοικίες με υψηλή συγκέντρωση μειονοτήτων, όπου η ρώσικη γλώσσα παραμένει κυρίαρχη μεταξύ των κατοίκων.
Παρ' όλο που, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της σοβιετικής εποχής, η εθνική κινητικότητα και οι ενδοκοινοτικές εντάσεις δημιουργούσαν αντιπαραθέσεις και πολέμους, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στη Νότια Οσετία, σήμερα πλέον δεν υφίσταται κανένα πρόβλημα τέτοιου είδους στη Γεωργία.
Πρόκειται για μια διαφορετικής φύσεως σύγκρουση, η οποία αφορά τα τακτικά στρατεύματα υπό τις διαταγές των ηγετών τους. Επομένως, το ερώτημα «Ποιος πυροδότησε την έναρξη του πολέμου;» Δεν έχει ακόμη βρει καθαρή απάντηση.
Ο πόλεμος, λοιπόν, των πέντε ημερών, που ξεκίνησε στις 7 Αυγούστου του 2008, παραμένει αίνιγμα. Για ποιο λόγο οι Γεωργιανοί έστειλαν τα στρατεύματά τους στο Τσκινβάλι, ενώ στάθμευαν εκεί οι ρωσικές δυνάμεις με εντολή του ΟΗΕ; Για ποιο λόγο οι δυτικές χώρες, και κυρίως οι ΗΠΑ, δεν έκαναν καθετί δυνατό προκειμένου να εμποδίσουν την πιθανή καταστροφή της συμμάχου τους, με κίνδυνο να υποβαθμίσουν για μια ακόμη φορά το διεθνές τους ανάστημα;
Σχέδια επί χάρτου
Το 2004 και το 2006, οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν στην εισβολή της Γεωργίας στη Νότια Οσετία, με κύρια συνέπεια την απομάκρυνση του γεωργιανού υπουργού Αμυνας Ηρακλή Οκρουασβίλι, ενός πολεμοχαρή που είχε υποσχεθεί στους οπαδούς του ότι θα γιόρταζε τη νέα χρονιά το 2007 στο Τσκινβάλι.
Ο Αλεξάντερ Λομάια, γεωργιανός σύμβουλος για την εθνική ασφάλεια και στενός συνεργάτης του γεωργιανού προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι,(1) υποστηρίζει ότι τα μέσα ενημέρωσης της Δύσης έσφαλαν αφήνοντας να ακουστεί προς τα έξω ότι η Γεωργία είχε προκαλέσει τη σύγκρουση: «Ο πόλεμος δεν είχε ως στόχο να "προστατέψει τους ρώσους πολίτες" [όπως ισχυρίστηκαν οι ρώσοι ηγέτες]. Δεν είχε σε τίποτα να κάνει με τη Νότια Οσετία, ούτε καν με τη Γεωργία. Είναι η Ρωσία εκείνη που θέλει να επιβληθεί και να επανασχεδιάσει μονόπλευρα το χάρτη της Ευρώπης».
Σύμφωνα με τον ίδιο και παρά τις κακές διμερείς σχέσεις, οι γεωργιανοί ηγέτες ήταν διατεθειμένοι να συζητήσουν με τη Μόσχα: «Δώσαμε ξεκάθαρα στους ρώσους εταίρους μας να καταλάβουν ότι ήμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε σε όλα, εκτός από την εθνική κυριαρχία και ακεραιότητα».
Ο Λομάια επιμένει σε αυτό που εφεξής έγινε η επίσημη θέση της Τιφλίδας: οι μαζικές κινήσεις ρωσικών στρατευμάτων τη νύχτα της 7ης Αυγούστου (πάνω από 150.000 στρατιωτικά φορτηγά που διέσχισαν τα ρωσικά βουνά του Καυκάσου από τη σήραγγα του Ρόλσκι με κατεύθυνση προς τη Νότια Οσετία) ήταν εκείνες που ανάγκασαν τη Γεωργία να αντιδράσει προκειμένου να προστατεύσει το έδαφός της.(2)
Η σειρά των γεγονότων, όπως παρουσιάστηκε από τα μέσα ενημέρωσης, δεν συνεπικουρεί τη γεωργιανή θέση της αυτοάμυνας.
Τον Οκτώβριο του 2008, μόλις λίγες ημέρες έπειτα από την υποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων επισκεπτόμαστε, μόλις δύο χιλιόμετρα νότια του Τσκινβάλι, το κατεστραμμένο χωριό Εργκνέτι. Τα περισσότερα σπίτια κάηκαν, από μέσα, αφού προηγουμένως, χωρίς αμφιβολία, λεηλατήθηκαν. Μόνον ένα σπίτι παρουσίαζε σημάδια από σφαίρες και εκρήξεις, απόδειξη ότι δεν δόθηκε καμία σοβαρή μάχη μέσα στο χωριό. Εάν τα γεωργιανά στρατεύματα ήθελαν να υπερασπιστούν τη χώρα τους από μια πιθανή ρωσική εισβολή, εδώ είναι που θα έπρεπε να είχαν παρέμβει.
Μετά τον πόλεμο, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης υποστήριξαν σε μεγάλο βαθμό τη Γεωργία, αναγνωρίζοντας, ταυτόχρονα, ότι είχε ξεκινήσει την επίθεση εναντίον του Τσκινβάλι. Μέσα σε λιγότερες από τρεις μέρες ο γεωργιανός στρατός είχε πρακτικά διαλυθεί, ενώ οι ρωσικές δυνάμεις προήλαυναν προς την καρδιά της Γεωργίας, καταλαμβάνοντας την πόλη του Γκόρι -γεγονός που έκοψε στα δύο τη χώρα- καθώς και τις πόλεις Ζουγκντίντι, Πότι και Σενάκι, που βρίσκονται στα δυτικά της χώρας.
Επιπόλαιη κίνηση
Όλος ο κόσμος φοβόταν ότι οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις θα διεισδύσουν στην Τιφλίδα προκειμένου να συλλάβουν τους γεωργιανούς ηγέτες. Εάν η Μόσχα το είχε αποφασίσει, κανένα στρατιωτικό εμπόδιο δεν θα την είχε αποτρέψει.
Γιατί, λοιπόν, επιτέθηκε η Γεωργία; (3) Οι απαντήσεις που δόθηκαν από τους Γεωργιανούς ηγέτες δεν κρίθηκαν πάντοτε ικανοποιητικές και η χώρα δεν έχει πλέον τη συμπάθεια του διεθνούς τύπου.
Στηριζόμενη στις διακηρύξεις δύο στρατιωτικών παρατηρητών του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, η εφημερίδα «New York Times» έθεσε ερωτήματα για την ευθύνη της Γεωργίας:
«Ο γεωργιανός στρατός, άπειρος, επιτέθηκε στην απομονωμένη αποσχισμένη πρωτεύουσα του Τσκινβάλι κάνοντας αλόγιστη χρήση οβίδων και ρουκετών, βάζοντας έτσι σε κίνδυνο κατοίκους, ειρηνευτικές δυνάμεις και αόπλους Ρώσσους παρατηρητές».(4)Γεωργιανοί αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις τους στόχευαν στην προστασία χωριών με ισχυρή γεωργιανή μειονότητα γύρω από το Τσκινβάλι. Εντούτοις, όπως αναφέρουν οι «New York Times», παρατηρητές του ΟΑΣΕ διαβεβαίωσαν ότι δεν παρατήρησαν τίποτα τέτοιο.
Σιωπηλή εποχή
Υπό την πίεση των ηγετών της αντιπολίτευσης, το γεωργιανό Κοινοβούλιο ξεκίνησε μια σειρά ακροάσεων προκειμένου να ξεκαθαρίσει το ζήτημα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, από την πλευρά της, ονόμασε υπεύθυνη μιας ειδικής επιτροπής την ελβετίδα διπλωμάτη Χάιντι Ταλιαβίνι.(5) Ωστόσο, όποια κι αν είναι τα συμπεράσματα, δεν θα υπάρξουν ποτέ πολιτικά εύστοχα.
Η Κομισιόν θα εκδώσει το πόρισμά της το Νοέμβριο του 2009. Αλλά η Ρωσία, οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. έχουν πάρει ήδη θέση και οι διεθνείς οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με τη διαχείριση της κατάστασης στη Γεωργία απέδειξαν την αδυναμία τους: παρά τις ανησυχητικές αναφορές της, το 2008, η «διεθνής κοινότητα» δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει το ξέσπασμα της βίας.
Απόδειξη της ισχυρής υποστήριξης των ΗΠΑ και της Ε.Ε. απέναντι στη γεωργιανή κυβέρνηση; Στις 22 Οκτωβρίου 2008, στις Βρυξέλλες, οι χώρες-δωρητές υποσχέθηκαν το ποσό των 3,44 δισ. ευρώ.(6) Εκτός από την ανθρωπιστική βοήθεια και την ανοικοδόμηση, η διεθνής βοήθεια θα χρησιμεύσει εξίσου στη σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών της χώρας. Απαραίτητα για τη γεωργιανή κυβέρνηση, τα κεφάλαια αυτά θα αποτρέψουν την οικονομική κατάρρευση και την κινητοποίηση της αντιπολίτευσης στους δρόμους της Τιφλίδας.
«Αυτό που συμβαίνει στη Νότια Οσετία είναι μια πρόκληση που ετοιμαζόταν επί μακρόν από τη Ρωσία», επιβεβαιώνει η Νίνο Μπουρζανάτζε, πρώην εκπρόσωπος τύπου του γεωργιανού κοινοβουλίου.
«Το πρόβλημα είναι ότι η ίδια μας η κυβέρνηση μάς έριξε σε αυτήν την παγίδα». Θεωρεί ότι η επίλυση της σύγκρουσης στην Αμπχαζία και την Οσετία είναι ένα μακρόπνοο ζήτημα, «που αποκλείει την προσφυγή στην βία». «Η κυβέρνηση είναι ανίκανη να οικοδομήσει εμπιστοσύνη», λέει η Νίνο.
Από τις 18 Αυγούστου, ζήτησε την έναρξη έρευνας σχετικά με τις απαρχές του πολέμου.(7) Η Μπουρζανάτζε που εθεωρείτο ως η δεύτερη πολιτική προσωπικότητα στη Γεωργία, κράτησε αποστάσεις από τον Σαακασβίλι τον Απρίλιο. Από τότε, το χάσμα ανάμεσά τους δεν σταμάτησε να μεγαλώνει και, το Νοέμβριο, ανακοίνωσε τη δημιουργία νέου κόμματος.
Στο τέλος Δεκεμβρίου, ο Ηρακλής Αλασάνια, πρώην πρεσβευτής της Γεωργίας στη Ν. Υόρκη, ενώθηκε κι αυτός, με τη σειρά του, με την αντιπολίτευση και απηύθυνε έκκληση για διενέργεια εκλογών. Αραγε, θα ενδυναμωθεί, έτσι, η γεωργιανή αντιπολίτευση; Είναι, μήπως, μετρημένες οι ημέρες της κυβέρνησης Σαακασβίλι;
Δεν είναι και τόσο σίγουρο.
Ο ισχυρός Σαακασβίλι
Είναι αλήθεια πως το φθινόπωρο του 2007 ένας συνασπισμός γεωργιανών κομμάτων κατάφερε να κινητοποιήσει χιλιάδες άτομα που είχαν δυσαρεστηθεί από τις κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αλλά η στρατηγική του Σαακασβίλι και η αδυναμία της αντιπολίτευσης έβαλαν γρήγορα τέλος στη λαϊκή εξέγερση.
Κατόπιν αιτήματος των αντιπάλων του, οι οποίοι αξίωναν τη διενέργεια νέων βουλευτικών εκλογών, ο γεωργιανός πρόεδρος οργάνωσε αρχικά προεδρικές εκλογές, τον Ιανουάριο του 2008, κατά τη διάρκεια του οποίου κέρδισε, στον πρώτο γύρο, το 53,47% των ψήφων.
Παρά τις διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης, η οποία κατήγγειλε πολλαπλές παραποιήσεις και απαιτούσε δεύτερο γύρο, το παιχνίδι είχε κριθεί: το Μάιο, οι βουλευτικές εκλογές οδήγησαν στη νίκη του κυβερνώντος κόμματος, του Ενωμένου Εθνικού Κινήματος (UNM).
Εφόσον η Δύση δεν αποσύρει την υποστήριξή της προς τον Σαακασβίλι, ή όσο μια μεγάλη οικονομική κρίση δεν πυροδοτήσει νέες κινητοποιήσεις, η γεωργιανή αντιπολίτευση έχει πολύ λίγες πιθανότητες να ανατρέψει τη σημερινή κυβέρνηση.
Υπάρχουν βασικές διαφορές που χωρίζουν την Αμπχαζία από τη Νότια Οσετία. Η τελευταία είναι μια φτωχή ορεινή περιοχή με ελάχιστη στρατηγική σπουδαιότητα, αντίθετα με την Αμπχαζία, προικισμένη με αγροτικές και τουριστικές προοπτικές χάρη στην ακτή της στη Μαύρη Θάλασσα. Πλήρως εξαρτημένη από τη ρωσική βοήθεια, η Νότια Οσετία εκδήλωσε σε αρκετές περιστάσεις την επιθυμία της να ενταχθεί στη ρωσική Ομοσπονδία.
Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες της καθορίζονται από το Κρεμλίνο -κατά τα πρότυπα του Ασλάνμπεκ Μπουλάτσεφ, πρώην διευθυντή των οικονομικών υπηρεσιών της Βόρειας Οσετίας (δημοκρατία της ρωσικής Ομοσπονδίας), που ονομάστηκε πρόσφατα πρωθυπουργός της Νότιας Οσετίας.(8) Η Αμπχαζία, αντίθετα, πάντα φρόντιζε να διατηρεί την ανεξαρτησία της, και δεν εξέφρασε ποτέ την επιθυμία της να αποτελέσει ένα κομμάτι της ρωσικής Ομοσπονδίας.
Η αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας από τη Ρωσία θα μπορούσε, βραχυπρόθεσμα, να διασφαλίσει το Τσκινβάλι. Εντούτοις, οι βαθύτερες αιτίες της σύγκρουσης εξακολουθούν να υπάρχουν και να οξύνονται.
Ο πόλεμος τον Αύγουστο του 2008 έβαλε τέλος στην παρουσία γεωργιανών μειονοτήτων στη Νότια Οσετία. Τα χωριά τους βομβαρδίστηκαν και περισσότεροι από 15.000 κάτοικοί τους εκτοπίστηκαν βίαια σε σίγουρο γεωργιανό έδαφος.
Ανοιχτά μέτωπα
Η Νότια Οσετία απλώνεται στα νότια των βουνών του Καυκάσου και οι δίαυλοι επικοινωνίας της διασχίζουν την κεντρική κοιλάδα της Γεωργίας. Το σχέδιο αποκοπής της επαρχίας από την υπόλοιπη Γεωργία προκειμένου να επανενωθεί με τη Ρωσία καταμαρτυρεί ένα πολιτικό βολονταρισμό που αντιβαίνει στην τοπογραφία της.
Μια τέτοια κατάσταση δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί παρά μόνο εν μέσω ισχυρών εντάσεων. Εξάλλου, ο ρωσικός στρατός οραματίζεται να κατασκευάσει νέες μεγάλες στρατιωτικές βάσεις στη Νότια Οσετία και στην Αμπχαζία.
Με βάση την πρόσφατη εμπειρία της, η Γεωργία σχεδιάζει, από την πλευρά της, να αναδιοργανώσει το στρατό της, αγοράζοντας σύγχρονους αντιαρματικούς και αντιαεροπορικούς πυραύλους. Ο πόλεμος μεγάλωσε την απειλή: παλαιότερα, η Τιφλίδα πολέμησε ενάντια στα αποσχιστικά κινήματα των εθνικών μειονοτήτων. Το 2008 πολέμησε ενάντια στο ρωσικό στρατό.
Ο πόλεμος οδήγησε, επίσης, στην επανεγκατάσταση των ρωσικών στρατιωτικών βάσεων στην καρδιά του γεωργιανού εδάφους και τούτο μόλις ένα χρόνο μετά την εκκένωση των ρωσικών βάσεων στο Βατούμ και το Ακχαλκαλάκι: «Πριν από τη σύγκρουση του Αυγούστου, η Γεωργία μπορούσε να προστατέψει τα ανατολικά της φράζοντας τη σήραγγα του Ρόλσκι και το δρόμο του Καζμπέκι», εξηγεί ο Ρόναλντ Μάνγκουμ, απόστρατος αμερικανός στρατηγός, εγκατεστημένος στην Τιφλίδα εδώ και τρία χρόνια, ο οποίος εποπτεύει το γεωργιανό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στην εθνική άμυνα. «Αλλά τώρα, υπάρχει αυτό το χοντρό μπαλόνι -η Νότια Οσετία- με μια ρώσικη στρατιωτική βάση στο κέντρο της χώρας», εξηγεί ο στρατηγός.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Αμπχαζίας, Μαξίμ Γκούνγια, ανησυχεί για τη συνέχιση μιας σύγκρουσης χαμηλής έντασης. Πιστεύει ότι ο γεωργιανός στρατός «επιμένει να διεισδύει στην Αμπχαζία για να αποσταθεροποιήσει την κατάσταση».
Οι παραστρατιωτικοί
Διαβεβαιώνει, επίσης, ότι οι γεωργιανές αρχές απελευθέρωσαν πρόσφατα τον Ντάτο Σενγκέλια, πρώην αρχηγό των «Αδελφών του δάσους», μιας ομάδας ανταρτών που υποστηρίζεται από το υπουργείο Εσωτερικών της Γεωργίας και δρα στην περιοχή του Γκάλι, στα νότια της Αμπχαζίας. Οι παραστρατιωτικές αυτές δυνάμεις είχαν διαλυθεί μετά την εκλογή του Σαακασβίλι το 2004, αλλά φαίνεται ότι η απελευθέρωση του Σενγκέλια συνέβαλε στην αναγέννησή τους στις αρχές του 2008.(9)
Η σύρραξη του προηγούμενου καλοκαιριού σίγουρα δεν πρόκειται να δημιουργήσει ένα «νέο ψυχρό πόλεμο», αν και βεβαίως ακούστηκε ευρέως μια τέτοια ερμηνεία.
Δεν απομένει παρά να δούμε αν η Γεωργία έχει μετατραπεί σε εργαστήριο, όπου οι μεγάλες δυνάμεις δοκιμάζουν το μέγεθος και τα όρια της εξουσίας τους.
(1) Μετά τη σύγκρουση, ο Λομάια διαδραμάτισε ρόλο-κλειδί στις διαπραγματεύσεις με το ρωσικό στρατό (βλ. το άρθρο του Jonathan Littell, «Carnet de route en Georgie», «Le Monde» 2,3 Οκτωβρίου 2008). Από το Δεκέμβριο του 2008, είναι εκπρόσωπος της Γεωργίας στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη.
(2) Προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της, η Γεωργία αποκάλυψε το περιεχόμενο των τηλεφωνικών επαφών μεταξύ των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και των αντίστοιχων στη Νότια Οσετία. Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στα αγγλικά στην ιστοσελίδα: http://graphics8.nytimes.com/packages/pdf/world/2008/09/20080916_Georgia_Transcript.pdf
(3) Ενας ορισμένος αριθμός ερευνών διεξήχθησαν αναφορικά με το θέμα αυτό - βλ. για παράδειγμα το άρθρο του Tim Whewell, «Georgia accused of targeting civilians», BBC News, 28 Οκτωβρίου 2008.
(4) C. J. Shivers και Ellen Barry, «Georgia claims on Russia war called into question», The New York Times, 6 Νοεμβρίου 2008.
(5) Philippa Runner, «EU drafts broad mandate for Georgia war probe», EUobserver.com, 19 Νοεμβρίου 2008.
(6) «Georgia donors conference», ec.europa.eu, 22 Οκτωβρίου 2008.
(7) Matt Robinson και Margarita Antidze, «L'opposition georgienne promet de poser des questions difficiles», Reuters, Τιφλίδα, 18 Αυγούστου 2008.
(8) James Kilner, «South Ossetia appoints former Russian official as ΡΜ», Reuters, Μόσχα, 22 Οκτωβρίου 2008.
(9) International Crisis Group, «Georgia and Russia: Clashing over Abkhazia», Europe Report, no 193, Βρυξέλλες, 5 Ιουνίου 2008.
*Δημοσιογράφος, Γενεύη.
http://www.enet.gr
http://dia-kosmos.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου