Πολλά χρόνια πριν, δημοσιεύθηκε στα ψιλά των εφημερίδων η είδηση με τον τίτλο:
ΑΠΗΓΟΡΕΥΘΗ ΦΙΛΜ ΔΙΟΤΙ ΘΙΓΕΙ ΤΙΣ ΚΑΛΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΟΣ- ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ.
Στο δημοσίευμα αυτό διαβάζουμε τα εξής: Απηγορεύθη η συνέχισις της προβολής του «Τελευταίου των Κομιτατζήδων». Η ταινία ελληνικής παραγωγής προβάλλεται στους Αθηναϊκούς κινηματογράφους από της παρελθούσης Δευτέρας.
Αναφερόμενο το φίλμ στην εγκληματική δραστηριότητα των Βουλγάρων εισβολέων κατά τη διάρκεια της Κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, αποσύρεται διότι εθεωρήθη ότι θίγει τις ομαλές – σήμερα – σχέσεις Ελλάδος και Βουλγαρίας. (Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ της 28-2-1970).
Κυρίες και κύριοι, οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των κρατών διαφοροποιούνται από καιρού εις καιρόν, σύμφωνα με τις εκάστοτε συγκυρίες και τους διεθνείς συσχετισμούς. Τα σημαντικά όμως γεγονότα, τα οποία έχουν καταγραφεί από την ιστορία, δεν πρέπει να αποσιωπώνται. Δεν πρέπει να αγνοούμε ή να ξεχνούμε την ιστορία μας. Τα έθνη πρέπει να ενθυμούνται δια να διδάσκονται, έλεγε ο Θουκυδίδης. Και ο Λαμαρτίνος προσθέτει «Η ιστορία διδάσκει τα πάντα, ακόμα και το μέλλον».
ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Στα βάθη του παρελθόντος, ιδιαίτερα περί τον 7ον μ.Χ. αιώνα , έγινε ένα μεγάλο ιστορικό λάθος. Το λάθος αυτό έκαναν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, οι οποίοι επέτρεψαν ή έστω ανέχθηκαν την μόνιμη εγκατάσταση στις παραδουνάβιες περιοχές των σλαβικών φύλων, τα οποία στο παρελθόν επισκεπτόντουσαν σαν νομάδες την περιοχή. Τα φύλα αυτά δεν είχαν καμία φυλετική σχέση με το πελασγικό στοιχείο. Με το λάθος τους αυτό οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έθεσαν σε κίνδυνο την ίδια τους την βυζαντινή αυτοκρατορία.
Οι ιστορικές διεργασίες που επακολούθησαν, με κεντρικό άξονα μία ιδέα, την ιδέα του Πανσλαβισμού, δημιούργησαν τον από βορά κίνδυνο διά τον Ελληνισμό, ο οποίος κατέληξε στη δημιουργία του Μακεδονικού προβλήματος. Η μεθοδολογία του πανσλαβισμού βασίστηκε σε ένα μεγάλο και επιστημονικά μεθοδευμένο ψέμα, σε ότι αφορά την ιστορική φυλετική ταυτότητα των Μακεδόνων. Διά τον από βορά κίνδυνο πρώτος ύψωσε την φωνή του ο Ίων Δραγούμης λέγοντας τα εξής: «Από βοριά γενεές βαρβάρων θα πλακώνουν για να πλήξουν την ελληνική φύτρα. Έλληνες η φύτρα σας σε γης Ελληνική γεννιέται, ξεφυτρώνει, θεριεύει και φουντώνει. Γενεές κλεφτών ας στέκονται παντοτινά σκοποί ακούραστοι στα σύνορα τα βορινά, για να αντρειεύουν οι Έλληνες, πολεμώντας με βαρβάρους και να φυλάγουν τα ελληνικά τα άγια χώματα». Αυτές είναι οι υποθήκες, που μας άφησε ο αγωνιστής των εθνικών μας δικαίων Ίων Δραγούμης, πρόξενος της Ελλάδος στο Μοναστήρι την επίμαχη εποχή.
Σε άλλο σημείο ο Ίων Δραγούμης έλεγε: Μπορείς να πεις το οποιοδήποτε ψέμα. Πολλοί είναι αυτοί που θα το πιστέψουν. Αλλά και αυτοί που δεν θα το πιστέψουν, είναι πολύ δύσκολο να πείσουν τους άλλους περί του αντιθέτου. Για το ίδιο θέμα ο αρχιτέκτονας της προπαγάνδας του Γ’ Ράιχ Γκαίμπελς είχε πει: Μπορείς να πεις το μεγαλύτερο ψέμα. Όσο απίστευτο και αν φαίνεται με το λέγε λέγε κάτι στο τέλος θα μείνει, κάποιοι θα το πιστέψουν.
Τον κανόνα αυτόν εφαρμόσανε πιστά και μεθοδευμένα οι διεκδικηταί της Ελληνικής Μακεδονίας.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους:
Από της εποχής του μεγάλου Πέτρου η Ρωσία προσανατολίζει την εξωτερική πολιτική της προς τα Βαλκάνια. Αποβλέπει στη διαδοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θεωρώντας τον εαυτό του κληρονόμο του Βυζαντίου, ενθυμούμενος τους μετ’ αυτού συγγενικούς του δεσμούς. Οι ορθόδοξοι χριστιανικοί πληθυσμοί της, έχοντες σαν μόνο στήριγμα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εφαίνοντο στον μέγα Πέτρο εύκολος λεία για τους σκοπούς του. Πέραν αυτού οι σλαβικές φυλές, οι οποίες ευρίσκοντο στην Βαλκανική εμφάνιζαν επίσης πρόσφορο έδαφος, εφ’ όσον θα εξωθούντο καταλλήλως να ενθυμηθούν την σλαβική καταγωγή τους. Τα όνειρα και η διαθήκη του μεγάλου Πέτρου, περί ιδρύσεως επί του Βοσπόρου ιδίας αυτοκρατορίας, υπήρξαν οι βάσεις της πολιτικής, την οποίαν ακολούθησαν όλοι οι μετά από αυτόν Ρώσοι αυτοκράτορες, έχοντες σαν μοναδικό σκοπό την κυριαρχία επί του Αιγαίου. Εμπόδιο για την πραγματοποίηση των σχεδίων των Ρώσων αυτοκρατόρων υπήρξε κατ’ αρχήν η Τουρκία, αλλά αυτή εθεωρείτο από την τότε διπλωματία ως «ο μεγάλος ασθενής».
Παράλληλο ενδιαφέρον είχαν επιδείξει και άλλαι τότε μεγάλαι ευρωπαϊκαί δυνάμεις, αλλ’ αυταί αντιμετωπίζοντο διά διπλωματικών μεθοδεύσεων. Ο πλέον σημαντικός παράγων, τον οποίον επρόκειτο να αντιμετωπίσει ο ρωσικός επεκτατισμός στην περιοχή αυτή, υπήρξε ο Ελληνισμός, ο οποίος ανετράφη και εμεγαλούργησε εκεί επί τέσσερις και πλέον χιλιετίες.
Είχε πολιτισμόν, ιστορίαν, δυναμισμόν. Υφίστατο αυθύπαρκτος ακόμη και υπό την οθωμανική αυτοκρατορία, ως η πλέον υπολογίσιμος δύναμις, δια των προνομίων του Οικουμενικού Πατριάρχου, του οποίου η δικαιοδοσία περιελάμβανε όλας τας Χριστιανικός φυλάς της Βαλκανικής, οι οποίοι απεκάλουν εαυτούς «Χριστιανούς» χωρίς άλλην ιδιαιτερότητα της καταγωγής των. Στόχος επομένως της ρωσικής διπλωματίας ήταν να προσεταιρισθεί τον Ελληνισμόν και να αφυπνίσει τον εθνισμόν των σλαβικών φύλων, τα οποία θα χρησιμοποιούσε σαν όργανα του, διότι η απ’ ευθείας δράσις της Ρωσίας θα προκαλούσε την αντίδραση των υπολοίπων μεγάλων δυνάμεων. Έτσι τίθενται εις ενέργεια οι προφητείες του Αγαθαγγέλου περί απελευθερώσεως των Ελλήνων από το ξανθό γένος του βορά. Ανακαλύπτεται βουλγαρικό έθνος, ενίοτε και σερβικό, και συνδέεται η ιστορία των με την Ρωσική. Δημιουργείται κατ’ αυτόν τον τρόπον σλαβική εθνότητα και ταυτοχρόνως η πανσλαβική ιδέα μεταβαπτίζει πολύ ενωρίς την Κωνσταντινούπολη σε «Τσάριγκραντ».
Η ανάπτυξη του βουλγαρικού εθνισμού στρέφεται από την Ρωσία κατά του Ελληνισμού. Οι Βούλγαροι εξωθούνται να πιστεύουν ότι η ένδοξος φυλή των περιέπεσε στην κατάσταση της ουσιαστικής ανυπαρξίας εξ αιτίας των Ελλήνων, οι οποίοι κατηγορούντο ότι τους εξεμεταλεύοντο δια του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Έπρεπε να δημιουργήσει σλάβους του Νότου, τους οποίους να έχει υποχείριους, εναλλάσουσα τις προτιμήσεις της μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας, σύμφωνα με τις εκάστοτε συγκυρίες.
Ο Πανσλαβισμός, κυοφορούμενος από μακρού μεταξύ των ανωτέρων πολιτικών και στρατιωτικών κύκλων της Ρωσίας, τείνει να λάβει συνείδηση εαυτού, χωρίς έκδηλο όμως και συγκεκριμένο περιεχόμενο και πρόγραμμα. Ενδιαφέρεται διά την ανατολική Μεσόγειο, οραματίζεται την Κωνσταντινούπολη σαν έδρα της αυτοκρατορίας, βλέπει προς Νότον και κινείται προς τα εκεί ακαθορίστως εισέτι.
Η πολιτική διαθήκη του Μεγάλου Πέτρου κατέστη το ευαγγέλιο των Ρώσων οραματιστών του πανσλαβισμού και ιδία επί της πολυπράγμονος αυτοκρατείρας Αικατερίνης, η οποία αναλαμβάνει, με την διακρίνουσαν αυτήν δραστηριότητα και την υπερφύαλον φιλοδοξία της, να δώσει σάρκα και οστά εις το πανσλαβιστικό πρόγραμμα. Το 1770 προτρέπει εις εξέγερση τους Έλληνες και τους Μαυροβουνίους, για να δημιουργήσει αντιπερισπασμό κατά της Τουρκίας, η οποία της είχε κηρύξει τον πόλεμο, πραγματοποιεί περίλαμπρο ταξίδι στην Κριμαία και την Οδησσό και δίδει εντολή να ανεγερθεί στην Χερσώνα θριαμβευτική αψίδα, επί της οποίας, με προσωπική της εντολή ανεγράφει Ελληνιστί: «Εντεύθεν άγει η οδός εις Κωνσταντινούπολην».
Με κινούντα μοχλόν τον πανσλαβιστή πρέσβη της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη στρατηγό Ιγνάτιεφ, συγκροτούνται εντός της Βουλγαρίας και στην κατεχόμενη από τους Τούρκους Μακεδονία επαναστατικαί οργανώσεις, γνωσταί ως Κομιτάτα των Σεντραλιστών και Βερχοβιστών. Αυτά συνεργαζόμενα ή διαφωνούντα κατά καιρούς μεταξύ των, συνεπεία εσωτερικών αντιζηλιών και ερίδων, στο τέλος ενώθηκαν εις την περίφημον B.M.R.O. (Εσωτερικήν Μακεδονικήν Επαναστατικήν Οργάνωσιν) ή I.M.R.O. στην Αγγλική (Internal Macedonian Revolutionary Organization). Σκοπός των οργανώσεων αυτών ήταν η διά υπούλου καταστροφικής δράσεως και δραστικής προπαγάνδας, περί τον Ελληνικόν Μακεδονικόν χώρσν, να αλλοιώσουν την εθνολογικήν σύνθεσιν του πληθυσμού, εξαφανίζοντας το Ελληνικό στοιχείο «διά πυρός και σιδήρου», με απώτερο σκοπό να διευκολύνουν την σλαβική πολιτική περί εξόδου εις την Μεσόγειον. Όργανά τους οι απαισίας μνήμης Κομιτατζήδες.
Μερικοί μίλησαν περί «Οχράνα», αλλά οργάνωση Οχράνα ουδέποτε ενεφανίσθη ή εδραστηριοποιήθη στον Μακεδονικό χώρο. Οχράνα ονομαζότανε η μυστική υπηρεσία ασφαλείας της τσαρικής Ρωσίας. Τα ονειροπολήματα των πανσλαβιστών, από την στιγμή που έγιναν σχέδια της ρωσικής διπλωματίας, υπήρξαν το ωθούν κίνητρο εις την καλλιέργεια της μεγάλης Βουλγαρικής ιδέας και της έμμονης διαπαιδαγώγησης ολοκλήρου του σλαβικού κόσμου.
Η πρώτη προσπάθεια αφυπνίσεως των Βουλγάρων πραγματοποιείται το1765. Το έτος αυτό ο εξ Αγίου Όρους μοναχός Παΐσιος, από καιρού διαμένων εις Μόσχαν, εξωθείται, υπό το πνεύμα των ανωτέρω κατευθύνσεων, στη συγγραφή βιβλίου με τον τίτλο «Η ιστορία των Τσάρων και των Αγίων της Βουλγαρίας». Με το βιβλίο του αυτό ο Παΐσιος επιδίωκε να αναζωπυρώσει το φρόνημα των Βουλγάρων, προπαρασκευάζοντας έτσι την αναγέννηση του Βουλγαρικού έθνους. Ο Παΐσιος υποστηρίζει ότι ο Βούλγαρος αγνοώντας ότι ανήκει εις το ενδοξότατο των σλαβικών φύλων, εγκατέλειψε την γλώσσα του, τα έθιμα, τις παραδόσεις. Θρηνεί διά την πτώση του Βουλγαρικού έθνους και φωνάζει ότι είναι καιρός να ανανήψει και να διεκδικήσει τα εθνικά του δίκαια και να αναλάβει την αρχαία αυτού εύκλεια και ιστορική οντότητα.
Η Ρωσία, αφού εστράφη εξ ολοκλήρου προς τους σλάβους του Νότου και ίδρυσε τα πανσλαβικά κομιτάτα, τα οποία χρηματοδοτεί αφειδώς, ιδρύει από των αρχών του 19ου αιώνος σλαβικά σχολεία, ακαδημίες και ιεροδιδασκαλεία στη Μόσχα, στην Οδησσό, στο Ζάγκρεμπ και στο Βελιγράδι. Στα σχολεία αυτά προσλαμβάνονται και φοιτούν δωρεάν νέοι σλαβικής καταγωγής, ιδίως εκ της παλαιάς Βουλγαρίας. Ήταν ανάγκη δι’ αυτών να αφυπνιστούν πάση θυσία οι Βούλγαροι, οι οποίοι κατήχοντο από βαθύ λήθαργο και ουδόλως συνεκινήθησαν ούτε από την Σερβική εξέγερση του 1806, ούτε από την Ελληνική επανάσταση του 1821. Ήταν όμως ανάγκη να προπαρασκευασθεί και η διεθνής κοινή γνώμη περί της υπάρξεως Βουλγαρικής εθνότητος.
Η πανσλαβική προπαγάνδα εστράφει πολύ ενωρίς και προς την Ευρώπη, στην οποία επιζήτησε να δημιουργήσει ευμενές κλίμα. Επιδίωξε ιδίως να παραπλανήσει πολιτικούς άνδρας, κοινωνιολόγους και συγγραφείς, κατά πρότιστον δε λόγον εκδότας εφημερίδων και περιοδικών και απλούς δημοσιογράφους. Πολλά πρόσωπα της κατηγορίας αυτής εξηγοράσθησαν αδρότατα. Χαρακτηριστικές είναι οι ακόλουθες περιπτώσεις: Το 1840 ο διακεκριμένος Γάλλος οικονομολόγος Blanqui, αποσταλείς από την κυβέρνησή του να περιέλθει την ευρωπαϊκή Τουρκία και να την πληροφορήσει περί αυτής, υπέπεσε εις την πλεκτάνη της Βουλγαρικής προπαγάνδας και εις την έκθεσή του έγραψε μεταξύ των άλλων: α. Αι τρείς επαρχίαι Θράκη, Μακεδονία και Αλβανία δεν έχουν σύνορα με την Βουλγαρία, όπως ανακριβώς γράφουν οι γεωγράφοι, αλλά είναι πράγματι Βουλγαρικαί, β. Η Βουλγαρική φυλή είναι ο πυρήνας του Μακεδονικού πληθυσμού. Τόσος δε είναι ο Βουλγαρικός πληθυσμός της Θεσσαλονίκης ώστε αυτή να θεωρείται Βουλγαρική πόλις. Με Ρωσική επιχωρήγηση αρχίζει η έκδοση βιβλίων σε ξένες γλώσσες.
Το 1842 ο σλάβος συγγραφέας Schaparilc εδημοσίευσε «Σλαβικήν Εθνογραφίαν», εις την οποία περιέλαβε θρύλους περί του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον οποίον ονόμαζε «Τέκνον της Βουλγαρίας». Λίγο αργότερα ο ανεψιός του Jirezek, καθηγητής του πανεπιστημίου της Πράγας, έγραψε στην Γαλλική και Γερμανική γλώσσα ανάλογα ιστορήματα. Κατά τους ίδιους χρόνους (1859) οι Βούλγαροι Rakovslcy και Berkovicz έγραψαν περί της καταγωγής των Βουλγάρων, ανάγοντες αυτήν στους Πελασγούς.
Αυτοί επεκτείνοντες τις μελέτες των στους προϊστορικούς χρόνους της μεταναστεύσεως των Αρίων, γράφουν εις την Βουλγαρικήν, Γαλλικήν και Γερμανικήν γλώσσαν, ψευδείς συλλογάς προϊστορικών δήθεν ασμάτων των πρώτων Βουλγάρων οικιστών περί την Ροδόπην, τους οποίους και συνδέουν με τον μυθικόν Ορφέα, προβάλλοντας έτσι τους Βουλγάρους ως τους πρώτους οικιστάς της Βαλκανικής. Τα χονδροειδή αυτά ψευδολογήματα προδιέθεταν την διεθνή κοινή γνώμη, διότι ο κάθε μελετητής δεν είναι εις θέσιν να ελέγχει τις ιστορικές απάτες. Πέραν αυτού τα βιβλία αυτά διατιθέμενα δωρεάν στους χωρικούς, δημιουργούσαν εις αυτούς συναίσθηση της εθνικής Βουλγαρικής υπάρξεώς των και εγωισμό από την δήθεν αρχαία καταγωγή και δύναμη της σλαβικής φυλής. Ο Γάλλος Leger, γνώστης της ιστορίας των ανατολικών λαών, τόσον εξανέστη από τις κακοήθεις αυτές εκδόσεις, ώστε επετέθη κατά της συγγραφής αυτής από των στηλών του Γαλλικού τόπου, χαρακτηρίζοντας αυτές κακοήθεις, ως παραποιούσας την ιστορίαν κατά τρόπον αναίσχυντον και ιδιαίτερα για τον Berkovicz έγραψε ότι ούτος ηπάτησε και ηπατήθη.
ΠΑΝΣΛΑΒΠΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. ΑΠΟΝ ΟΡΟΣ. ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟ ΣΧΙΣΜΑ.
Το έτος 1834 τρείς Ρώσοι μοναχοί επισκέφθηκαν την Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος και ζήτησαν να μονάσουν εκεί. Οι μοναχοί της μονής τους έκαναν δεκτούς με ευχαρίστηση. Σε πολύ σύντομο διάστημα, άρχισαν να καταφθάνουν εκεί και άλλοι μοναχοί από την Ρωσία, που και αυτοί εγένοντο δεκτοί. Οι μοναχοί αυτοί έκαναν συχνά ταξίδια στην Ρωσία και επανήρχοντο, κομίζοντες δώρα δια τους μοναχούς και αναθήματα δια τας μονάς. Ρεύμα αγιοσύνης κατέλαβε τον Ρωσικό λαό. Το Άγιο Όρος, καθώς και τα Ιεροσόλυμα, διαφημίζοντο επιμόνως σαν τόποι σωτηρίας της ζωής.
Έτσι οι Ρώσοι μοναχοί του Αγίου Όρους, το έτος 1875, ανήρχοντο σε τρείς χιλιάδες. Το ίδιο έτος πέτυχαν, κατόποιν μακράς διαμάχης με τους Έλληνες μοναχούς, τους οποίους εξεδίωξαν βαναύσως από την μονή του Αγίου Παντελεήμονος, να αναγνωρισθεί Ρώσος Ηγούμενος στη μονή αυτή. Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Ιγνάτιεφ, με επιστολή του από 18/12/1875 προς τον φίλο του Αρχιμανδρίτη Αντώνιον εις Ιεροσόλυμα γράφει: «εν Αγίω Όρει εκέρδισα εξ ολοκλήρου το ζήτημα, ήτοι μίαν των κυριάρχων Μονών». Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι το ζήτημα υπήρξε πολιτικόν και εγένετο χρήση της διπλωματίας. Η μεγάλη σημασία της κατακτήσεως της μονής από τους Ρώσους γίνεται αντιληπτή από τα δαπανηθέντα τεράστια χρηματικά ποσά διά την ανέγερση μεγαλοπρεπών κτιρίων, την κατασκευήν παμεγίστων κωδώνων (12 τόνους βάρος ο ένας από αυτούς), μικρού όρμου παρά την μονήν και ιδίου δι’αυτήν πλοίου. Παράλληλα εξεδηλώθη προσπάθεια δημιουργίας χωριστής Βουλγαρικής εκκλησίας, η οποία θα απεσπάτο από το Πατριαρχείο, η δύναμη του οποίου εθεωρείτο πάντοτε σοβαρό εμπόδιο για την πραγματοποίηση των μεγαλεπίβολων σχεδίων του σλαβισμού.
Κατόπιν επίμονων παραστάσεων του Ρώσου πρέσβεως προς την Υψηλή Πύλη, επετεύχθη ώστε να παραχωρηθεί παρά του Πατριαρχείου εις τους Βουλγάρους, προς εκκλησιασμόν ιδία εκκλησία, ο Άγιος Στέφανος από το 1858. Επακολούθησαν και άλλες διεκδικήσεις των Βουλγάρων, τις οποίες υπέθαλπαν οι Τούρκοι, επιδιώκοντας και αυτοί, για τους δικούς τους λόγους, τη μείωση της δυνάμεως του Πατριαρχείου. Εξωθούμενοι πάντοτε υπό των Ρώσων, απαιτούσαν την ίδρυση ανεξαρτήτου Βουλγαρικής εκκλησίας, πράγμα το οποίο τελικά πέτυχαν την 11/24 Μαρτίου 1870. Με Τουρκικό Φιρμάνιο ιδρύεται Βουλγαρική Εξαρχία, περιλαμβάνουσα την μεταξύ Δουνάβεως και Αίμου περιοχή εξαιρουμένων των αμιγώς Ελληνικών πόλεων.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατεδίκασε την Βουλγαρική Εξαρχία ως Σχισματική, δια μεγάλης Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη την 28 Σεπτεμβρίου / 11 Οκτωβρίου 1872.
Μετά τον Ρωσο-Τουρκικό του 1877-1878, η νικήτρια Ρωσία επέβαλε επί της Τουρκίας τις θελήσεις της και διά της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου (Απρίλιος 1878), ιδρύεται τεράστιο Βουλγαρικό κράτος, από του Δουνάβεως μέχρι του Αλιάκμονος ποταμού και ολίγον έξωθι των πυλών της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι δυτικώς της Κορυτσάς. Ευτυχώς διά τον Ελληνισμόν αφυπνίστηκαν αι λοιπαί Ευρωπαϊκαί μεγάλαι δυνάμεις, αι οποίαι διείδον αμέσως τον κίνδυνον διά τα συμφέροντά των, εκ της δημιουργίας του δορυφόρου αυτού της Ρωσίας εις την Βαλκανικήν και, διά της Συνθήκης του Βερολίνου 13 Ιουλίου 1878, περιεκόπησαν αι υπερφύαλαι σλαβικαί απαιτήσεις και δημιουργείται Βουλγαρική Ηγεμονία, φόρου υποτελής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στα όρια της παλαιάς Βουλγαρίας. Ο διακαής πόθος των σλάβων, πραγματοποιηθείς προς στιγμήν, καίτοι εματαιώθη ευθύς αμέσως, διά της συνθήκης του Βερολίνου, άφησε σπόρο ισχυρό. Προδιέγραψε την μεγάλην Βουλγαρικήν ιδέαν, έδωσε στους σλάβους του Νότου εθνική υπόσταση εκ του μηδενός, κατέλειπε δε εις αυτούς, ως κληρονομιά, την διαρκή προσπάθεια προς πραγματοποίηση και υλοποίηση ολοκληρωμένου του προγράμματος και του σκοπού της Ρωσικής πολιτικής.
Το έτος 1896 θεωρείται ως η απαρχή της Βουλγαρικής θηριωδίας, εις βάρος των Μακεδονικών πληθυσμών. Τα κομιτάτα ανέπτυξαν την ενεργό δράση των, στρεφομένην κατά του Ελληνισμού, του οποίου ηγετικά στελέχη, Ιερείς, Διδάσκαλοι, Ιατροί και άλλαι προσωπικότητες απετέλεσαν τους πρώτους στόχους. Ιδιαίτερο στόχο απετέλεσαν οι ομιλούντες την σλαβομακεδονικήν διάλεκτον Έλληνες, τους οποίους απεκάλουν «Γραικομάνους», δηλαδή φανατικούς Έλληνες. Τέτοιες ήσαν οι θηριωδίες που διεπράχθησαν, ώστε η λέξη Κομιτατζής κατέστη συνώνυμος με τον εγκληματία, τον κακούργο, τον βρωμερό και άτιμο εκτελεστή των διαταγών της Βουλγαρικής συμμορίας. Εκτελέσεις ομαδικαί, φόνοι, εμπρησμοί, εκβιάσεις και βιασμοί ανυπεράσπιστων γυναικών είναι η αχαλίνωτος δράση των Βουλγαρικών κομιτάτων.
Ο Ελληνικός πληθυσμός δεν έμεινε απαθής. Δημιουργήθηκαν ανταρτικά Σώματα μέσα από τα σπλάχνα του χειμαζόμενου λαού της Μακεδονίας. Ο Βαγγέλης Στρεμπενιώτης, ο καπετάν Κόττας, ο Νίκος Πύρζας υπήρξαν οι πρωτεργάται των Ελληνικών ανταρτικών δυνάμεων αντιστάσεως κατά της δράσεως των κομιτατζίδων. Νεαροί Έλληνες αξιωματικοί, με πρώτον τον ανθυπολοχαγόν του πυροβολικού του Ελληνικού στρατού Παύλον Μελλάν (Μίκην Ζέζαν), παρητήθησαν του στρατεύματος και έτρεξαν να προφθάσουν εις τον αγώνα της φυλής, να προμαχήσουν του έθνους «διαγωνιζόμενοι προς βαρβάρους». Μεγάλη ήταν η συμβολή στον αγώνα των Γραικομάνων, που προαναφέραμε. Ανώνυμοι ήρωες Μακεδόνες υπήρξαν το λαϊκό έρεισμα, που ενεστερνίσθη ολοψύχως τον αγώνα και διεξήγαγε με πείσμα, ώστε οι ίδιοι οι Βούλγαροι να αναγνωρίσουν ότι «ό’τι έκτιζαν 20 χρόνια, το έχασαν από τους Έλληνες σε δύο μόνο χρόνια».
Η Σερβία υπήρξε το έτερο από τα σλαβικά φύλα, που επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από τον πανσλαβισμό για να ανοίξει τον δρόμο της προς Νότον πορείας του. Η Σερβία όμως ευρίσκετο εις τον άξονα πορείας της Αυστρουγγαρίας, ο όγκος και η πολιτική της οποίας ανάγκασαν την Ρωσία σε παραχωρήσεις ως αντάλλαγμα της Ρωσικής επιρροής και ελευθέρας αναπτύξεως δραστηριότητος εις την Βουλγαρίαν. Εκ του λόγου τούτου δημιουργείται η ανάγκη διά την Σερβία να ζητήσει την πολιτική φιλία του Ελληνισμού.
Είχε να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα την Αυστρουγγρική πολιτική και την Βουλγαρική βουλιμία. Από της δημιουργίας όμως της Σερβικής ηγεμονίας και αργότερα του Γιουγκοσλαβικού κράτους, δεν έλειψαν οι διεκδικήσεις εις βάρος του Ελληνισμού, εις τας οποίας εξωθούντο οι Σέρβοι από τον Πανσλαβισμόν, είτε συγχρόνως με την Βουλγαρία, είτε ανεξάρτητα από αυτήν, κατά τις συγκυρίες της Ρωσικής πολιτικής. Αλλά και η Αυστρία ευνοούσε τις βλέψεις της Σερβίας επί της κοιλάδος του Αξιού, αποβλέπουσα στο να την αποτρέψει από τις διεκδικήσεις της επί των υπό της ιδίας κατεχομένων εδαφών της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.
Το 1882 ο καθηγητής Κάπιτς εξέδωσε χάρτην των Σερβικών διεδικήσεων, εις τας οποίας περιελάμβανε το Β.Δ. τμήμα του Βιλαετίου της Θεσσαλονίκης, που περιελάμβανε δηλαδή την Στρώμνιτσα, το βιλαέτιο του Μοναστηρίου και τις περιοχές Φλωρίνης και Καστοριάς. Ο S. Goptchewicz, εις το εκδοθέν εις Βιέννην βιβλίο του «Mekedonien und Altservien», ισχυρίζεται ότι η Σερβική Μακεδονία εκτείνεται προς Ανατολάς μέχρι του Στρυμόνος και προς Νότον μέχρι Κορυτσάς, Καστοριάς και Ναούσης. Ο ίδιος προσπαθεί να αποδείξει ότι οι Αυτοκράτορες Ιουστίνος και Ιουστινιανός είναι Σερβικής καταγωγής, ο δε σερβικός πληθυσμός της Μακεδονίας ανέρχεται σε 1.000.000, καθ’ ην εποχήν ο Γάλλος επιστήμων Berard, μη φημιζόμενος μάλιστα δια τον φιλελληνισμόν του, επισκεφθείς την Θεσσαλονίκην, γράφει ότι μόνο δέκα Σέρβους εύρε εις αυτήν. Επαναλαμβάνεται βέβαια και με την σερβική προπαγάνδα ό’τι και με την βουλγαρική. Μύθευμα και ψευδολογίαι παντός είδους, για την δημιουργία ευνοϊκών γι’ αυτούς εντυπώσεων στη διεθνή κοινή γνώμη.
Ο άλλοτε σέρβος πρωθυπουργός Carachivine, σε δηλώσεις του το 1889 ομολόγησε ότι η σερβική προπαγάνδα αδιαφορεί δια την πραγματική καταγωγή των διεκδικουμένων πληθυσμών. Η σερβική προπαγάνδα, έλεγε, οφείλει να παρασκευάσει τας Μακεδονικάς περιφερείας μετά της αυτής αποφασιστικότητος, είτε ζουν εκεί Σέρβοι ή μόνο καθαροί Βούλγαροι ή Μογγόλοι ή Κινέζοι. Ο Γάλλος Berard διηγείται ότι το 1897 ο σέρβος Πρόξενος Θεσσαλονίκης του είπε ότι «η Θεσσαλονίκη είναι Σερβική όπως και η υπόλοιπη Μακεδονία. Εκτός όμως από αυτό η Σερβία έχει ανάγκη τον λιμένα της Θεσσαλονίκης διά να αναπνεύσει». Με την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917, ανατρέπεται το τσαρικό καθεστώς και η Ρωσία σοβιετοποιείται. Τα σχέδια όμως του πανσλαβισμού δεν διαφοροποιούνται. Τη Σοβιετική Ένωση βαυκαλίζει η διαθήκη του Μεγάλου Πέτρου, η οποία την κατευθύνει προς την λεκάνη της Μεσογείου. Εκ του λόγου τούτου εναγκαλίζεται και πάλι την Βουλγαρία.
Στη Βουλγαρία ρίπτονται από του 1919 τα συνθήματα περί του Μακεδονικού Ζητήματος. Στο βιβλίο του «Πίσω εις την αυτονομίαν» ο Βούλγαρος ηγέτης Χατζηντήμωφ τονίζει μεταξύ άλλων: «η Μακεδονία πρέπει να αποτελέσει ανεξάρτητο κράτος, περιλαμβάνον όλας τας Μακεδονικάς περιοχάς».
Η μεθοδολογία όμως έπρεπε να διαφέρει από τους αστικούς τρόπους εκδηλώσεως. Έτσι το 1921 ιδρύεται η Φεντεραλιστική Μακεδονική Οργάνωση, της οποίας σκοπός ορίστηκε «η απελευθέρωση ολοκλήρου της Μακεδονίας και η ενοποίηση της εις εν κράτος στα πλαίσια της Κόμιντερν», της οποίας Γραμματεύς ήτο ο Βούλγαρος ηγέτης Δημητρώφ, πρωτεύουσα δε ηγετική θέση είχε και ο επίσης Βούλγαρος ηγέτης Κολλάρωφ.
Η ηγετική θέση Βουλγάρων στην Κόμιντερν εξηγεί πολλά από τα μετέπειτα γεγονότα. Στη Παμβαλκανική Διάσκεψη, που έγινε το 1918, αποκαλύπτονται οι πραγματικοί σκοποί των: «Θα υποστηρίξουν, δι’ όλων των δυνάμεων τον αγώνα των πληθυσμών της Μακεδονίας διά την εθνικήν ανεξαρτησίαν των και θα εργασθούν να απαλλάξουν το εθνικόν κίνημα της Μακεδονίας από την επιρροήν των γειτονικών χωρών και να το οδηγήσουν εις την οδόν του επαναστατικού αγώνος, προς τον σκοπόν ιδρύσεως Σοβιετικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Δημοκρατίας του Αίμου».
Το πέμπτο συνέδριο της Κόμιντερν (Ιούλιος 1924 στη Μόσχα), αφού κατεφέρθη κατά των μικρών ιμπεριαλιστικών κρατών της Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, Σερβίας, Ρουμανίας και Ελλάδος «που βασίστηκαν στη προσάρτηση εκτεταμένων εδαφών, κατοικουμένων από άλλες εθνικότητες και σήμερα αποτελούν εστίες εθνικής καταπιέσεως και κοινωνικής αντιδράσεως» ασχολείται με την Μακεδονία και Θράκη, ως ίδιο θέμα, διά το οποίο αποφασίζεται: «το Συνέδριο παραδέχεται ότι τα συνθήματα «ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία, ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη», που διετύπωσε η Βαλκανική Ομοσπονδία, είναι τελείως ορθά και αληθινά επαναστατικά». Το Μανιφέστο αυτό της Κόμιντερν δημοσιεύθηκε πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα «Βαλκάνσκα Φεντεράτσια» (Βαλκανική Ομοσπονδία), σε όλες τις Βαλκανικές γλώσσες. Άλλη εφημερίδα, που απηχούσε τις ίδιες απόψεις ήτο η «Μακεντόνσκο Νέλο» (Μακεδονικός Αγών).
Ολίγον προ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Βουλγαρία λαμβάνει υπόσχεση από το Γ’ Ράϊχ παραχωρήσεως λωρίδος Μακεδονικής γης εξόδου της στη Μεσόγειο, σαν αντάλλαγμα συμπαρατάξεώς της με τις δυνάμεις του άξωνος στον πόλεμο αυτό. Παρ’ ότι ο παραχωρηθείς χώρος δεν ικανοποιούσε την Βουλγαρία, η συμφωνία επετεύχθη με προσωπική παρέμβαση του Χίτλερ.
Η Βουλγαρική προπαγάνδα για το Μακεδονικό δεν περιορίζεται στην Ευρώπη. Πολύ σύντομα επεκτείνεται στις Η.Π.Α., τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία. Συγκροτούνται οργανώσεις στις χώρες αυτές, που λειτουργούν υπό την επιρροήν της Β.Μ.Ρ.Ο. Οι πιο σημαντικές από τις οργανώσεις αυτές, που στο σύνολο τους ονομάζονται «Μακεδονικαί Πολιτικαί Οργανώσεις», είναι: Μπόρις Σαράφωφ (Οχάϊο), Πατρίς (Ντιτρόιτ), Κοστούρ «Καστοριά» (Ινδιάνα), Ροντίνα (Ινδιάνα), Ντομιάν (Ινδιάνα), Αλέξανδρος ο Μέγας (Οχάιο), Οχρίντ «Αχρίδα» (Οχάϊο), Σολούν «Θεσσαλονίκη» (Οχάϊο), Νίκη (Τορόντο Καναδά), Τοντώρ Αλεξάντρωφ (Οχάϊο). Πρώτα μέλη των οργανώσεων αυτών ήσαν οι εγκληματίσαντες κατά την επανάστση του 1902 – 1903 (επανάσταση του Ίλιντεν), καθώς και μέλη των Κομιτάτων, που κατέφυγαν στις Η.Π. Α., για να αποφύγουν τις διώξεις των Τούρκων.
Οι τοπικές αυτές οργανώσεις συνδέθηκαν μεταξύ των, πραγματοποιούσαν συνέδρια και εξέλεγαν Γραμματείαν ή Κεντρικήν Επιτροπήν, εις τας οποίας έδρα ήτο η Ινδιανάπολις των Η.Π.Α. Ίδρυσαν εκκλησίες, στις οποίες έδιδαν τον τίτλο Makedonobulgarian Orthodox Church. (Μετά την διαφοροποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Βουλγαρίας , σε ότι αφορά το Μακεδονικό, οι οργανώσεις αυτές αδρανοποιήθηκαν). Στον Γιουγκοσλαβικό χώρο , κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, ο παρτιζάνος Τίτο (Γιόσηπ Μπρος), αφού επεβλήθη των εσωτερικών αντιπάλων του, κατέστη ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης. Το έτος 1948 αποστασιοποιείται από την Κόμινφορμ (διάδοχον της Κόμιντερν). Οι νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν τον υποχρεώνουν να στραφεί προς την Δύση και να προσεγγίσει την Ελλάδα.
Το προηγούμενο όμως της εναντίον της Ελλάδος προπαγανδιστικής δράσεως και αι διεκδικήσεις της Γιουγκοσλαβίας, όπως η απαίτηση αναγνωρίσεως σλαβομακεδονικού έθνους και Μακεδονικού λαού, δεν ήτο δυνατόν να εγκαταλειφθούν εύκολα, ούτε το προσωπικό του γόητρο του επέτρεπε να αρνηθεί τους αδελφούς «Μακεδόνες του Αιγαίου». Αισθάνεται την ανάγκη , για εσωτερικούς λόγους, να στηρίξει το οικοδόμημα του «Μακεδονικού Κράτους» και να εμφανίζεται υπέρμαχος της «Σλαβομακεδονικής Υποθέσεως».
Και ενώ η κεντρική Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση χωρεί προοδευτικά εις την επάνοδο στη πατροπαράδοτη φιλική πολιτική με την Ελλάδα, το κρατικό κατασκεύασμα (Ομόσπονδη Δημοκρατία) των Σκοπίων εμμένει στις επιδιώξεις του, την ενσωμάτωση δηλαδή της Ελληνικής Μακεδονίας.
Η ανθελληνική προπαγάνδα εντείνεται, από τα Σκόπια πλέον, καθ’ όσον η κεντρική κυβέρνηση αποστασιοποιείται, εμφανώς τουλάχιστον.
Στο βιβλίο «Γεωγραφική Επιθεώρησις της Γιουγκοσλαβίας», το οποίο εξεδόθη το 1951 από τον Άνταμ Γιοβάνοβιτς, προς χρήση των μαθητών της Γ’ τάξεως του Γυμνασίου, αναγράφεται: «Τα σύνορα έναντι της Ελλάδος αποτελούν καλήν φυσικήν μεθόριον, αλλά όχι και εθνικήν, καθ’ όσον υπό την Ελληνικών κυριαρχίαν παρέμεινε η Μακεδονία του Αιγαίου. Η περιφέρεια αυτή κείται μεταξύ του όρους ΙΙίνδου και του Νέστου, περιλαμβάνει δε τας πόλεις Θεσσαλονίκη, Έδεσα, Φλώρινα, Γιαννιτσά, Σέρρες, Δράμα και Καβάλα. Εκεί ζει αξιόλογος αριθμός Μακεδόνων, των οποίων η κατάστασις είναι ανυπόφορος». Η εθνική αυτή Γιουγκοσλαβική Γεωγραφία , πριν εκδοθεί ενεκρίθη από το Ομόσπονδο Υπουργείο Παιδείας (Απόφ.36923/18-11-1950).
ΣΛΑΒΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΚΟΠΙΑΝΗΣ ΕΜΠΝΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΣ.
Καθώς αναφέραμε στα προηγούμενα, ο Σλαβικός προπαγανδιστικός μηχανισμός της υποθέσεως «Μακεδονικό» στηρίζεται πολύ στον επηρεασμό της διεθνούς κοινής γνώμης, καθώς και στον προσεταιρισμό των Ελλήνων μεταναστών από την βόρια Ελλάδα. Για την καλύτερη οργάνωση και προώθηση της προπαγάνδας ανάμεσα στους μετανάστες, ιδρύθηκε, εδώ και πολλά χρόνια στα Σκόπια η οργάνωση «Αδελφότητα Μεταναστών Μακεδόνων», πιο γνωστή με το όνομα «Μάτιστα». Οργάνωση με τεράστια υλικά μέσα, με έντονη δράση και με εντυπωσιακό σε πολυτέλεια εμφάνισης επίσημο όργανο το περιοδικό «Μακεδονία». Η Μάτιστα έχει πρωτοστατήσει σε άπειρες προσπάθειες διάβρωσης του εθνικού φρονήματος των Μακεδόνων μεταναστών.
Σε πλήρη σύνδεση και καθοδηγούμενες από την Μάλιστα έχουν εμφανισθεί κατά καιρούς διάφορες οργανώσεις. Από αυτές οι κυριότερες είναι:
α. Συμβούλιο Αμερικανών Σλάβων (American Slav Congress).
Έχει έδρα την Ν. Υόρκη των Η.Π.Α. Εμφανίζεται σαν εκπρόσωπος δέκα πέντε εκατομμυρίων σλάβων της Αμερικής. Στην πραγματικότητα η εκπροσώπησή του περιορίζεται σε Κροάτες και Γιουγκοσλάβους των Σκοπίων. Έχει μικρή εμβέλεια. Κύριο στόχο οι Έλληνες από την Μακεδονία και σημειώνει μεγάλη ανθελληνική δραστηριότητα.
β. Ενωμένη Επιτροπή Αμερικανών Γιουγκοσλαβικής Καταγωγής.
Ιδρύθηκε από τον Γιουγκοσλάβο Λουΐς Άνταμς, ο οποίος είχε επιδείξει έντονη δραστηριότητα στο Μακεδονικό. Έπεσε θύμα ενδοσλαβικών διαφορών. (Δολοφονήθηκε από φιλοβούλγαρους). Η δράση όμως της Οργανώσης συνεχίστηκε. Επίσημο δημοσιογραφικό της οργάνωσης είναι η εφημερίδα Southslavfcamerican Review.
γ. Μακεδονική Αυστραλιανή Λαϊκή Ένωση). (Macedonian Australian People’s Union).
Έχει έδρα το Σίδνεϋ, με έντονη δραστηριότητα σε ολόκληρη την Αυστραλία. Μεγάλα παραρτήματα έχουν ιδρυθεί στις πόλεις Μελβούρνη, Νιού Κάστλ, Φόρνεν, Αδελαΐδα και Πιέρο. Αρχικά εμφανίστηκε με φιλοβουλγαρική τοποθέτηση αλλά σιγά – σιγά πέρασε στον έλεγχο των Σκοπίων και στον αγώνα για την προπαγάνδιση της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας». Εσημείωσε μεγάλη ενοχλητική δράση εις βάρος του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Χρήστου Σαρτζετάκη, στη διάρκεια του ταξιδιού του στην Αυστραλία το 1988.
δ. Ο ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ ΤΟΥ ΚΑΝΑΔΑ
Πρόκειται για μικρή Οργάνωση με έδρα το Ουϊδσωρ του Καναδά και μέλη μετανάστες από την Γιουγκοσλαβία και μερικούς από τα χωριά Μπουφί και Αγία Παρασκευή της Φλώρινας.
ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΣΗΜΕΡΑ
Οι Βούλγαροι, μέχρι κάποιου σημείου, ευλογούν τις Γιουγκοσλαβικές θέσεις επί του Μακεδονικού, ελπίζοντας στην επάνοδο του Τίτο στο Ανατολικό Μπλοκ. Από του έτους όμως 1957, που εδημιουργήθη νέα κρίση και κατηγγέλθη ο Τίτο ως ρεβιζιονιστής, η Βουλγαρία διαφοροποιεί τις θέσεις της, επιτίθεται κατά του Βελιγραδίου και αποκαλεί νόθα τα κατασκευάσματα περί «Μακεδονικού Έθνους» και «Μακεδονικής Γλώσσης», επανέρχεται δε εις την απαίτηση αναγνωρίσεως των κατοίκων της άλλοτε Νοτίου Σερβίας ως Βουλγάρων.
Εις το βιβλίο του Ντ. Κιόσεφ, το οποίο εξεδόθη στην Βουλγαρία, με τον τίτλο «Η Επανάσταση του Ίλιντεν», αναφέρεται ότι ο πρόεδρος της Ενώσεως των αναριθμήτων Μακεδονικών Αδελφάτων στην Βουλγαρία Καλατζίεφ καταδικάζει την δημιουργία ψευδαισθήσεων μεταξύ των Μακεδόνων, δια κάποιον αυτοτέλειαν, την δε Μακεδονικήν λογοτεχνικήν γλώσσαν χαρακτηρίζει ως Σερβισμόν της Βουλγαρικής γλώσσης, επινοηθέντα επίτηδες. Για το ίδιο θέμα ο Βούλγαρος εκπρόσωπος στο τέταρτο Συνέδριο των Σλαβιστών στη Μόσχα Αιμιλ. Γεωργίεφ (1958) εδήλωσε: «Δεν υπάρχει Μακεδονική Γλώσσα, δεν υπάρχει, Μακεδονική Λογοτεχνία. Η Μακεδονική Γλώσσα είναι συστατικό της Βουλγαρικής Γλώσσας. Η Μακεδονική Λογοτεχνία είναι τμήμα της Βουλγαρικής Λογοτεχνίας»
Αξιόλογος είναι και η θέση των Σερβικών Αστικών Κύκλων, εκφραζομένη δια του βιβλίου του Slijebcevic υπό τον τίτλον The Macedonian Question. Ούτος εις την σελίδα 9 παραδέχεται ότι «Η Μακεδονία είναι ένας γεωγραφικός όρος και ουδέν έτερον». Και εις την σελίδα 251 συνεχίζει «Το Μακεδονικόν ζήτημα εδημιουργήθη ως ένα θέμα εσωτερικής Γιοιογκοσλαβικής πολιτικής».
Η επίσημη σήμερα πολιτική της Βουλγαρίας στο Μακεδονικό εκφράστηκε με τις λακωνικές δηλώσεις του Βούλγαρου Υπουργού των εξωτερικών «Για μας τους Βουλγάρους η Μακεδονία είναι μία γεωγραφική Περιοχή».
Ο από τον βορρά σήμερα κίνδυνος δια την χώρα μας εστιάζεται στο κρατικό κατασκεύασμα των Σκοπίων, το οποίο συνεχίζει αμετανόητα τις διεκδικήσεις του στον Μακεδονικό χώρο, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από τον Πανσλαβισμό.
Επίκαιρες παραμένουν οι υποθήκες του Ίωνος Δραγούμη, διατυπωμένες στο βιβλίο του «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα». «Σε σας στρέφομαι παιδιά του Ελληνισμού, αγαπημένα Ελληνόπουλα, και σας εξορκίζω «εάν έχετε να ξοδέψετε ενέργεια, ας είναι και μέτρια, αν έχετε να κάψετε τίποτα περισσότερο από σπίθες απλού ενθουσιασμού, μη λησμονήσετε ποτέ τον θάνατο του Παύλου Μελά, αλλά προ πάντων μη λησμονήσετε τη ζωή του, τον ενθουσιασμό του, δηλαδή τη δύναμη και τη τόλμη, μη λησμονήσετε και την ιδέα, που για κείνη δούλεψε και υπέφερε, ούτε την πανώρια χώρα – τη Μακεδονία μας – όπου εσκοτώθη-, γιατί και η ιδέα εκείνη και η χώρα θέλουν πολλούς ακόμη ήρωες. Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει.
Αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία εμείς θα σωθούμε.
Τελειώνουμε με τους αισιόδοξους στοίχους του Κύπριου ποιητή, γραμμένους στο Κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα:
Η Ρωμιωσύνη εν φυλή
Συνότζερη του κόσμου
Κανένας εν εβρέθηκεν
Για να την εξηλείψει
Η Ρωμιωσύνη εν να χαθεί
Όντας ο κόσμος λείψει
ΠΡΩΤΕΡΓΑΤΑΙ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ
Θεωρώ χρέος μου να κάνω μία σύντομη αναφορά στους πρωτεργάτες του Μακεδονικού αγώνα.
1. ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Διπλωμάτης, Πολιτικός και Λογοτέχνης. Διετέλεσε Πρόξενος σε διάφορες Ελληνικές πόλεις της υπό Τουρκική κατοχή τότε Μακεδονίας και Θράκης. Οργάνωσε τις Ελληνορθόδοξες Κοινότητες εναντίον των Εξαρχικών Κομιτάτων. Κινητοποίησε τις Ελληνικές δυνάμεις και αναδείχθηκε ένθερμος υποστηρικτής της Μακεδονικής σύγκρουσης. Σαν πολιτικός στην αρχή πολιτεύτηκε στο πλευρό του Ελευθερίου Βενιζέλου, αργότερα όμως εντάχθηκε στο αντιβενιζελικό πολιτικό χώρο. Εξέδιδε το περιοδικό «Πολιτική Επιθεώρηση». Μετά την απόπειρα κατά της ζωής του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Γαλλία, έφυγε από την Κηφισιά όπου διέμενε, με προορισμό το κέντρο της Αθήνας, προκειμένου να δημοσιεύσει άρθρο σχετικό με το γεγονός της απόπειρας. Το άρθρο δεν δημοσιεύθηκε, γιατί τον πρόλαβε ο θάνατος. Καθ’ οδόν προς τον προορισμό του, ευρισκόμενος στη Λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος της συμβολής της με την οδό Παπαδιαμαντοπούλου, συνελήφθη από στρατιωτική περίπολο και εξετελέσθη. Οι συνθήκες και οι υπεύθυνοι της εκτελέσεώς του δεν αποκαλύφθηκαν. Ο Ελ. Βενιζέλος, ευρισκόμενος στο Παρίσι, όταν πληροφορήθηκε το γεγονός, αναφώνησε με αγανάκτηση τρείς φορές τη λέξη «φρικτό»! Τραγική ειρωνεία ότι το άρθρο, που επρόκειτο να δημοσιευθεί έγραφε υπέρ του Βενιζέλου. Η προτομή του βρίσκεται στο σημείο συλλήψεως και εκτελέσεώς του, σε λευκή μαρμάρινη κολώνα, όπως το πρότεινε ο Κωστής Παλαμάς με τους παρακάτω στοίχους:
Λευκή όπου έπεσες Κολώνα
Πως έπεσες γραφή να μη το λέει
Λευκή με της πατρίδος την εικόνα
Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει
Βουβή μαρμαρωμένη να σε κλαίει.
2. ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Αξιωματικός του πυροβολικού του Ελληνικού στρατού. Σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα. Αγωνίστηκε με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, από τα ονόματα των δύο παιδιών του, Μιχάλη και της Ζωής. Πέθανε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Θεωρείται ηρωική φιγούρα και προς τιμή του έχουν ονομαστεί το χωριό Μελάς της Καστοριάς και ο Δήμος Παύλου Μελά στη Κεντρική Μακεδονία. Πέθανε στα χέρια του φίλου του Μιχάλη Στρατινάκη και η τελευταία φράση του πριν ξεψυχήσει ήταν «Βούλγαρος να μη μείνει» Το κεφάλι του, που αποκόπηκε για ευνόητους λόγους, θάφτηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής, στο χωριό Πισοδέρι. Το ακέφαλο σώμα, μετά από διαβουλεύσεις με του Τούρκους και ενέργειες του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη θάφτηκε στο παρεκκλήσι των Ταξιαρχών, κοντά στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς με το όνομα «κάποιου Ζέζα».
3. ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ
Ο Επίσκοπος Γερμανός Καραβαγγέλης, ήταν Μητροπολίτης Καστοριάς. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, καθώς και του Ποντιακού Ελληνισμού, αργότερα. Οργάνωσε αντάρτικα Σώματα, με ντόπιους οπλαρχηγούς, με συνέπεια να αναδειχθεί μία από τις σημαντικότερες μορφές των Αγώνων αυτών. Οι υπηρεσίες του τόσο προς το έθνος όσο και προς την Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξαν ανεκτίμητες.
4. KAΠETAN ΑΓΡΑΣ
Ο Τέλλος Άγρας, ψευδώνυμο με το οποίο έγινε γνωστός ο Σαράντος Αγαπηνός, ήταν από τους Γαργαλιάνους. Η ιστορία του απαθανατίστηκε σε τραγούδια, αλλά και στο μυθιστόρημα «Στα μυστικά του Βάλτου» της Πηνελόπης Δέλτα. Αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού με τον βαθμό του Υπολοχαγού, μπήκε σαν αντάρτης στον Βάλτο των Γιαννιτσών και πρωτοστάτησε στις συμπλοκές με τους Κομιτατζήδες στο στρατηγικό αυτό σημείο, χωρίς να τον λυγίζουν οι τραυματισμοί και οι αρρώστιες του Βάλτου. Στο πλευρό του αγωνίστηκε και ο Ανθυποπλοίαρχος Ιωάννης Δεμέστιχας, με το ψευδώνυμο «Νικηφόρος». Συνελήφθη με δολιότητα και απαγχονίστηκε. Η προτομή του στήθηκε στο πάρκο με τους καταρράκτες της Έδεσσας.
5. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΕΜΕΣΤΙΧΑΣ – ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ
Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ
«Η αναγγελία του θανάτου του Παύλου Μελά υπήρξε το σύνθημα συσσώμου λαϊκής εξεγέρσεως… τούτου ένεκα, αν και αξιωματικός του Ναυτικού, απεφάσισα να μετάσχω του Αγώνος». Έτσι περιγράφει ο νεαρός τότε Σημαιοφόρος του Πολεμικού Ναυτικού το κίνητρο της εθελοντικής του συμμετοχής στον Μακεδονικό αγώνα.
Ο Ιωάννης Δεμέστιχας, γόνος της μεγάλης οικογένειας στρατιωτικών, από το χωριό Αλεπού (Δεμεστιχιάνικα) πάνω από τον Κότρωνα, άφησε την θάλασσα και μαζί με τους Μανιάτες συντρόφους του έτρεξε στο κάλεσμα της πατρίδας και πολέμησε στην περιοχή του Βάλτου των Γιαννιτσών, στο πλευρό του Καπετάν Άγρα, τον οποίο και αντικατέστησε, μετά τον θάνατο του. Τη ζωή και την δράση του περιγράφει η Πηνελόπη Δέλτα στο μυθιστόρημα « Στα μυστικά του Βάλτου», που προαναφέραμε. Όταν τελείωσε αυτή η αποστολή του, εντάχθηκε και πάλι στο πολεμικό Ναυτικό, έλαβε μέρος στις ναυμαχίες των Βαλκανικών πολέμων και διακρίθηκε σαν αξιωματικός του Ναυτικού και σαν πολιτικός, αργότερα. Το όνομά του δόθηκε σε κεντρική πλατεία του Κότρωνα, όπου στήθηκε και το άγαλμά του. Η λαϊκή μούσα αφιέρωσε στον ήρωα τους παρακάτω στοίχους:
(…) και ο Νικηφόρος ανοιχτά στα Γιαννιτσά βαδίζει
Με το σπαθί του όπου περνά τον τόπο καθαρίζει
(…) Ήσουν Μανιάτης γιαλεχτός περήφανος και τολμηρός
Γιομάτος δόξα και τιμή και λεβεντιά ξεχωριστή
(…) Στον τόπο όπου εβάφτηκαν στο αίμα οι βράχοι
Θα φέρουν τη σημαία μας νέοι Μακεδονομάχοι
6. ΓΚΟΝΟΣ ΓΙΩΤΑΣ
Ο Γεώργιος (Γκόνος) Γιώτας στην αρχή βοήθησε στην επιστροφή έξι χωριών από την Βουλγαρική Εξαρχία στο Πατριαρχείο. Στη συνέχεια πολέμησε στο πλευρό του Καπετάν Άγρα. Σκοτώθηκε σε συμπλοκή με Οθωμανικό απόσπασμα στη Λίμνη Γιαννιτσών, στις 12/2/1911, μετά από προδοσία. Ήταν 31 ετών.
7. ΑΔΕΛΦΟΙ ΔΟΓΙΑΜΑ
Οι αδελφοί Δογιάμα ανήκαν σε παλιά επιφανή οικογένεια της Μαροβίτσας. Ο Τραϊανός (ή Τράϊος) ήταν ο μεγαλύτερος από τα αδέλφια, ενώ οι άλλοι ήσαν ο Λάζαρος, Δημήτριος Γεώργιος και Μαρία. Στην αρχή ο μεγαλύτερος αδελφός Τραϊανός (ή Τράϊκος), φημισμένος κλέφτης του Πάϊκου, εντάχθηκε στη Βουλγαρική Οργάνωση Ε.ΜΕ.Ο., εφ’ όσον οι Βούλγαροι υπόσχονταν κοινή δράση των χριστιανικών πληθυσμών εναντίον των Τούρκων. Τον ακολούθησε και ο αδελφός Λάζαρος. Όταν οι δύο αδελφοί αντιλήφθηκαν τους πραγματικούς στόχους της Βουλγάρικης κίνησης στη περιοχή, αποφάσισαν να δράσουν. Λόγω της εντεινόμενης δράσης των, οι Τούρκοι συνέλαβαν τους δύο μικρότερους αδελφούς, οι οποίοι κατάφερα να δραπετεύσουν και συναντήθηκαν με τους άλλους δύο και τους ακολούθησαν στον αγώνα εναντίον των Τούρκων και Βουλγάρων.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤ. ΣΑΜΠΑΝΗΣ
Στρατηγός ε.α.
Επίτιμος Υπαρχηγός της ΕΛ.ΑΣ.
Επιμέλεια ηλεκτρονικού συστήματος κυκλοφορίας άρθρου
Αντώνης Γρυπαίος
Διεθνολόγος-Αρθρογράφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου